[9ΡΝ 2654-2966
Αιο]Πίνο
Αιςοῄινο ΟΗΡργιπί
Α ΚςΗΙΥΕ.
Ορεηπ Αεοσεςς ρε]επί!{]ο Ιουγπα
1955Ν 2654-2366
γο]σπιε 17 -- 2021 ΟΗρεῖπί
Νοµπιπθ ΝΟ: Αγεῄίνθ Μοίμπις 17, 2021
Εαΐῑου: Κ. ΚαἰορεΓγορουίος
Βαΐς: ΜαΓεΠ 19, 2021
µεθηςθα µηάθΓ α Γθαϊίνθ (οπῄπΊοης Αἰῑἴγιριτίοη-5ΠαΓ6 ΑΙίΚθ 4.0 Ιηϊθγηαϊίοπαι Ιἰεθηςθ. ΝΝΤΘΓς αΓθ ἴπθ εοργΓἰρῃῖ
Πο[αεις οἳ ἴΠείγ ννοΓκ απα ηανθ γἱρῃῖ ἴο ριβΙίςῃ Πῖ θἰσεννίπεΓς ννίη αηΥ {Γεθ ο{ ποη-[Γ6ς Ιἰοθηςθ ἴΠθγ ννἰςη.
Παραπομπή ως: Βερνίκος, Ν., Δασκαλοπούλου, Σ. (2021). Μελέτη του ιστορικού λεξιλογίου
και της τοπογραφίας του Ελληνισμού της Κριμαίας, Αγεβίνο 17, σσ. 39-65 ΒοΟΙ:
10.5281/7εΠοςο.4621669
Μελέτη του ιστορικού λεξιλογίου και της τοπογραφίας
του Ελληνισμού της Κριμαίας
Λέξεις-κλειδιά: (ΓίπΊε8, Ρ.5. Ραίί5, Ελληνόφωνοι της Μαριούπολης, Κριμαία, Ουρούμοι,
Παντικάπαιον, συνθήκη Κιουτσούκ ᾖΚαϊναρτζή, Ταταρόφωνοι Ουρούμοι, Ταυρική
χερσόνησος
Νικόλας Βερνίκος (Οµ. Καθ.) - Σοφία Δασκαλοπούλου, (Οµ. Καθ.) Πανεπιστήµιο Αιγαίου:
Τµήµα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας.
Αυσϊγαοϊ
Αη απα[γσὶς οἱ {Πθ ρἰαςθ ΠαπΊες οἱ ἴπε «οαςία| 468 οἱ (ΠΙπιθα (ΤαυΓί5) Πας Ρ6εη {ουπά ἵπ ἵπε
ἀεςεγἰρίίοη οἱ Ρα[ίας (1795), αἰοηρ νι! ἴπε σἴιαάγ οἳ ἴννο ο: ἴηγες Πἰςίογίο «πιοπιυπιεηῖς» οἱ
ἴηθ νι ίθη απα οΓαἱ Ιἱπριυίςτίς ἰγαα[ίοη οἱ {πθ (Γίπιθαη (.ΓΘείς, Ππ]αΚε ἰῖ ροςςἱρΙε ἴο Ε5ἴαβιίσῃ ἃ
ς/ΠΒΙΙ νοςαβιαΓγ. ΤΗἰς Πἰςίογίς ϱἰοςςαγγ ργονἰάες 5ενεΓα| αἱγθοί απα ἰἱπαίγθοί ἱΠ[ογηιαϊίοης οη
ἴηθ ομ/µΓα| Πεγίίαρς οἱ ἴῃθ ἄΓθεΚ «ρθαΚίΠρ εοπηπιωπ/ίίες οἱ Μαγίμροί ννηο (ἰνε αἰοηρ ννΙῖῃ πε
ΤαϊαΓ-ςερθαΚίπρ ὈΓιΠς ΝΝΠΟ Πανθ 8η αἴμηίο ἄΓθεκ ἱάεηίιγ. Απ Ὀγιπι-ἰ)Κγαἰηίαη αἰςίίοηβγ
εςίαβΙἰσηεά Ργ Αἰεχαπάει «α[Κκανεῖς Πας Ώ6εη αρρεπαάθά ΠεΓγθνν/τῃ
Βόςσιωπιό
ια ραγίθί ἄΓδς (ποιπιόϊκα) εοπἰεπιροΓαίη ἆθΘ | γόρἰοη ἆθ Μαγίµροι (ΑΖον, υΚΓαίπε) οσί |α
ΓΟΓΠΊ6 ΠποαεΓπε ἄθ | Ι8ηρυς ῥραγΙέθ ῥ8Γ Ιες ΗεΙ]ιάπορηοπες Βοιπιεοἰ αθ ἰα ρόπἰηςμἰε ἄθ
6ΓΠιόθ. |΄αηΠαϊγςθ ἄθς ποπης ἄθ [ει αθ |α Ζζοπθ οὐῖίδΓε ας (ΓἱΠπιόε, αὐ6 ποις ἴγουνοης ἄαης |
ἀθςεηρίίοη ἄθ Ρα[ίας (1795), εοπιρἰόϊόε ῥρατ Γέϊμας ας ἄθιχ ου ἴγοίς «Ππιοπιπιεηΐς» ἄθ
[Πἰςιοίγε Ιἱπριϊςιίαιε ἄθ |α ἱγαα[ίοη έεγίῖε αἱ ο{αἱς ἄθ |ὰ (Γπιόε, ρειπιεϊιϊεηί ἄθ ἄΓεςςεΓ μπε
δια α ἵοροηγπιες. (6 Ιθχίαμε Πἰςίογίαμε οοπ!ἰθεπὶ ἄθ ΠΟοΠΙΡΓΕιςες ἰπαϊςαϊίοημς, αἰγεεῖες αἳ
ἰπαίγθοῖες, ρογίαηῖ συ: ΓΠέγήαρε οω/ίωΓδεἰ αες Ηειἰάπορποπες αἄε ΜΙΓΙµροΙ αἰηῃςσί αυε αες
ΤαϊαΓορΠοπες ΟµΓοιπι αμἱ οπί υπθ ἰάεηιιτό αἰμηΐαμε Πθ[έπίαιθ. ΕΠ ΑπΠεχε οη ἵγουνεια |6
αἰοιίοππαίγο ΟµΓουπι-ἰ)Κγαἰπίειη εἴαβ[ί ρα{ Αἰεχαπάει (αα[κανεῖς.
Τα σηµερινά ελληνικά (ρουµέικα) που μιλιούνται στην περιοχή της Μαριούπολης, στα
παράλια της Αζοφικής, είναι η σύγχρονη µορφή της διαλέκτου των ελληνοφώνων Ρουµέων
της Ταυρίδας (Κριμαίας). Η ανάλυση των τοπωνυμίων της παραλιακής Ταυρίδας που µας
διέσωσε η περιγραφή του Πάλας (1795), σε συνδυασμό µε την µελέτη δύο ή τριών
ιστορικὠν γλωσσικών «μνημείων» της γραπτής και της προφορικής παράδοσης της
Ταυρίδας, µας επέτρεψαν να συντάξουµε ένα μικρό Κατάλογο τοπωνυμίων. Το ιστορικό
αυτό γλωσσάριο περιέχει έμμεσες και άµεσες πληροφορίες για την πολιτισμική κληρονομιά
των σημερινών ελληνοφώνων της Μαριούπολης µε τους οποίους συγκατοικούν οι
ελληνικής συνείδησης ταταρόφωνοι Ουρούμοι. Στο τέλος ο αναγνώστης θα βρει και ένα
λεξικό της Ουρούμ-Ουκρανικό που συνέταξε ο Αλέξανδρος Γκαρκαβέτς.
Η Ουρσούφ της Κριμαίας µετο Άι-Νταγ στο βάθος
39
Εισαγωγή
Οι πληθυσμοί των Ρωμαίων (Ρουµέων) της Ταυρικής ανήκουν στους παλαιότερους
κατοίκους της Κριμαίας και είναι βέβαιο ότι προὐπήρχαν των Τατάρων και των Καραϊτών,
που το νεοσύστατο Ουκρανικό κράτος ανεγνώρισε ως µόνες «γηγενείς εθνότητες», μάλλον
λόγω της ολιγωρίας των ελληνικών κυβερνήσεων που, µετά το 1991, δεν ζήτησαν ανάλογη
μεταχείριση και για τους ντόπιους Μαριουπολίτες Έλληνες. Γνωστή είναι η έξοδος των
ελληνόφωνων (Ρουμµέοι) Και ταταρόφωνων (Ουρουμ) ορθοδόξων το 1778, όταν ο
θρησκευτικός τους εθνάρχης {µιλέτ µπασί) μητροπολίτης Γοτθίας και Καφά, Ιγνάντιος
Γκοζαδίνος (από τη νήσο Τζιά) τους οδήγησε στα µέρη της Μαριούπολης, όπου τους
εγκατέστησε µε αυτοκρατορικό ουκάζιο η Αικατερίνη η Μεγάλη.
Όταν ο Ρ... Ρ8ίᾶς έκανε το 1793-1798, µε εντολή της Μεγάλης Αικατερίνης, την
επιστημονική καταγραφή της Ταυρικής χερσονήσου, διαπίστωσε ὁτι σε όλη την νότια
παραλιακή ζώνη τα ίχνη της μακρόχρονης παρουσίας των Ελλήνων ήταν καταφανή τόσο
στους άδειους οικισμούς τους, όσο και στις καλλιέργειες. Απότις περιγραφέςτου γερμανού
αυτού επιστήμονα, που αποτελούν πάντα πολύτιμη πηγή για την ιστορία της Κριμαίας στο
τέλος του 18ου αιώνα, απομονώσαμε το τοπωνυμµικό των ελληνικών χωριών, πολλά από τα
οποία ξανακτίστηκαν στη περιοχή της Μαριούπολης, στο Ντονιέσκ, στα παράλια της
«Χρυσής Μαιωτίδας᾽», όπου υπάρχουν µέχρι σήµερα. (Βλ. Λεοντή Κυριακόβ, Απ ατό
µαρέγια ας τα τρία γιαλούς, Ντονιέσκ 1993, σσ. 62-76)
Ο Πάλλας (τὀμμ. 1, σσ. 342-343) αναφέρει «Ο πληθυσμός της Κριμαίας έφτανε
προηγουμένως τουλάχιστον το µισό εκατομμύριο. Η πρώτη πληθυσμιακή µείωση έγινε το
1778, όταν σαν επακόλουθο της ειρήνης που σύναψε η Ρωσία µε την Τουρκία, πάνω από
τριάντα χιλιάδες χριστιανοί, τόσο Έλληνες όσο και Αρμένιοι που ήσαν προηγουμένων
εγκατεστημένοι στην Κριμαϊκή Ταρταρία (6Γίπι ΤαΓγίαγγ), μεταφέρθηκαν στις περιοχές που
βρίσκονται ανάµεσα στους ποταμούς Δον και Μπέρντα, προς την θάλασσα του Αἴώφ.
Ακόμα μεγαλύτερη ήταν η έξοδος των Τάταρων, ευθύς ως η Ρωσία ανέλαβε την κατοχή της
Κριμαίας, στη διάρκεια των ετών 1785-1788”:
»Ετσι, το 1783, όταν έγινε απογραφή πληθυσμού σε όλη την (Ρωσική) Αυτοκρατορία
(διαπιστώθηκε ότι) κατοικούσαν σε όλη την περιφέρεια του τότε κυβερνείου, ή οΡἰαςί της
Ταυρίδας, µόνο 85.805 άντρες και 71.328 γυναίκες, ήτοι συνολικά 157.125 άτοµα όλων των
ηλικιών.» Μεταξύ των κατοίκων αυτών µαθαίνουµε, απὀ τα στοιχεία που παραθέτει ο
Πάλλας, ότι περιλαμβάνονταν 1.751 Έλληνες του «αλβανικού λόχου» (1.165 άντρες και 586
γυναίκες) οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Μπαλουκλαβά (Βαἰακίανα) και
διαχέονταν εμπορευόµενοι στα κυριότερα αστικά κέντρα της χερσονήσου, όπως και 3.659
(1.987 άντρες και 1.672 γυναίκες) ἐποικοι που εγκατέστησαν οι ευγενείς στις νέες
κτηµατικές τους περιουσίες. Από διάφορες άλλες, επί µέρους, αναφορές του Πάλλας
προκύπτει ότι πολλοί απὀ τους ἐποικους αυτούς ήταν γηγενείς Ρουµέοι που ζήτησαν να
επανέλθουν στους παραθαλάσσιους πατρογονικούς τους οικισμούς και ορισμένοι ευγενείς
τους το επέτρεψαν επειδή αυτοί ήταν ήξεραν να καλλιεργούν τα αμπέλια και τα
ελαιόδεντρα.
Να σημειωθεί ότι σηµαντικό ρόλο στην οργάνωση της ζωής των Ελληνικών παροικιών της
Ρωσίας έπαιξαν, από πολύ νωρίς, ο Ευγένιος Βούλγαρης (1716-1806) και ο Νικηφόρος
Θεοτόκης (1731-1800). Ο Ευγένιος Βούλγαρης δέχεται το 1772 πρόσκληση της Μεγάλης
Αικατερίνης και τον βρίσκουµε βιβλιοθηκάριο στην Αγία Πετρούπολη. Όταν τελειώνει ο
ρωσοτουρκικός πόλεμος το 1774 χειροτονείται αρχιεπίσκοπος «Σκλαβενίου και Χερσώνος».
Το 1779 ο Βούλγαρης παραιτείται από το αρχιεπισκοπικό αξίωμα και επιστρέφει στην Αγία
ΣΟιταταρόφωνοι Έλληνεςτης Κριμαίας λέγονται Ουρούμοι.
"Τίτλος ποιητικής συλλογής του µαριουπολίτη Γρηγόρη Μεότη
ἌΕίναι γνωστό ότιτο Οθωμανικό κράτος εγκατέστησε ορισμένους από τους Τάταρους αυτούς στη
Θεσσαλία.
40
Πετρούπολη. Το 1801 αποχωρεί στο μοναστήρι του Αγίου Αλεξάνδρου Νιέφσκη. Με τη
σειρά του ο Θεοτόκης, που διαδέχεται τον Ευγένιο Βούλγαρη στην αρχιεπισκοπή
«Σκλαβενίου και Χερσώνος» το 1779, περνάει, επτά χρόνια αργότερα το 1786 στην
αρχιεπισκοπή «Αστραχανίου» στις εκβολές του Βόλγα, ὀπου ήδη ζούσε εκεί ένας
σημαντικός αριθµός Ελλήνων. Στο Αστραχάν θα υπηρετήσει µέχριτο 1792 οπὀτε, σε ηλικία
61 ετών, παραιτείται Και αποσύρεται σε μοναστήρι της Μόσχας.
Αναφορικά µετις ελληνικές κοινότητες της Ρωσίας, παραγνωρισμένο (µέχριτο 19921) µέρος
των οποίων είναι οι Έλληνες της Κριμαίας, σημειώνουμε ὀτι ένα χρόνο µετά την συνθήκη
ειρήνης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, το 1775, και σε αντιπαράθεση µε το Φανάρι, ο
Νικηφόρος Θεοτόκης συμβούλευε τους Έλληνες να µετοικήσουν στη Ρωσία. «... η
Κραταιοτάτη και ευρυχωροτάτη των Ρώσων Αυτοκρατορία υπτίαις χερσί Και πατρικαίς
αγκάλαις πάντας τους ορδοδόξέους υποδέχεται, έκαστον αναλόγως κυθερνώσα τε και
τιμούσα και προθιθάζουσα, κατά την αυτού κατάστασιν και ικανότητα»".
Θεωρείται, απὀ τους ιστορικούς, ότι µε τις παραινέσεις του αυτές υπηρετούσε τη ρωσική
προπαγάνδα η οποία, στα τέλη του 18ου αιώνα είχε δημιουργήσει ένα ευνοϊκό κλίμα για
μετανάστευση στη Νότια Ρωσία. Ἠταν µάλιστα σε τέτοιο βαθµό διαδεδομένη αυτή η
προπαγάνδα που η λαίδη (Γάνεπ θα αναρωτηθεί στην αλληλογραφία της το 1786 (({ανεη,
σ. 238) γιατί οι εύποροι Ρωμιοί της Κωνσταντινούπολης ανέχονταν ακόµα την οθωμανική
καταπίεση και δεν πήγαιναν να ζήσουν στην οµόθρησκότους Ρωσία.
Οιτσαρικές αρχές έδιναν, µάλιστα, στους μετανάστες που έρχονταν να εγκατασταθούν στις
«νέες κτήσεις» της Ρωσίας σιτάρι για ένα χρόνο, ένα άλογο, µια αγελάδα, δυο βόδια για το
όργωμα, πέντε αργυρά ρούβλια και δέκα χρόνια εξαίρεση από τη Φορολογία. Υπολογίζεται
ότι στην περίοδο 1829-1882 μετανάστευσαν, εκμεταλλευόμενοι τις διατάξεις αυτές περί
τους 150.000 Έλληνες κυρίως εποχικοί εργάτες της γης, κτίστες και βιοτέχνες απὀ τον
Ανατολικό Πόντο. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1915 ένας ανάλογος αριθµός Ελλήνων
πήγαινε στα σχολεία της Ρωσίας. Η πολιτική αυτή έφερε σηµαντικό αριθµό Ελλήνων του
Πόντου, του Αρχιπελάγους και της κυρίως Ελλάδος στις περιοχές της Νότια Ρωσίας. Οι
μετανάστες αυτοί ανέδειξαν, μέχρι το 1918, ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες, αλλά δεν
συνδέθηκαν µε τους γηγενείς Έλληνες της Μαριούπολης ένα τµήµα των οποίων διατηρεί,
μέχρι σήµερα, την ιδιαίτερη του ελληνική διάλεκτο, ενώ ένα άλλο μιλάει ένα τουρκο-
ταταρικό ιδίωμα, που χρονολογείται απὀ τον 13ο αιώνα (θλέπε στη συνέχεια το λεξικό της
διαλέκτου των Ουρούμων).
Τοπωνύμια ελληνικών περιοχών της Κριμαίας από την περιγραφή του Ρε[[ας (1790).
"Θεοτόκης Νικηφόρος, Απόκρισις ορδοδόξου τινός προς τινα αδελφόν ορδόδοξον περί της των
Κατολίκων δυναστείας. Έκδοση 3η, 1853, σ. 95 (Ίη ἐκδοση 1775.)
41
[Περιλάβαμε συμπληρωματικά και τα ονόματα των χωριών της Μαριόπολης που ίδρυσαν
οι µέτοικοι Ρουμέοι/Ελληνες της Ταυρίδας. Παραπέµπουμµε στις σελίδες του βιβλίου του
Πάλλας/Ραιἰας]
Άγια [πηγή] Ο Πάλλας γράφει την λέξη αυτή µε ελληνικά γράμματα (σ.171),
βρίσκεται πριν από την κοιλάδα της Ούπκα σε µια περιοχή όπου απαντούν τα
τοπωνύμια Βαγκιλίστα, Παπάς τσείρ.
Αγιά μπουρούν |[κάβος, ΄μπουρνού’] Από το άγιος, γραφή ΑγαΞ αγιά, (Πάλλας σ. 62).
(βλέπε Άγιο Νταγ και Πλάκα)
Άγι Βλάς [λόφος] «α σπα γίᾶρε ἵεγπιθά Αγεεθ-ΝΙὰςς». Πάλλας, σ. 167. Ἁγιίος)
Βλάσί(ιος) ή Βλάσί(ης), οδεύοντας προς τη «ας5ΡίΓ8.
Άγι Σάββας [κοιλάδα, εκκλησία] κοιλάδα µε αμπέλια στον δρόµο προς την
Σουγδαία. Το όνοµα εδόθη απὀ την ερειπωμένη εκκλησία του Αγίου Σάββα που
είδε ο Πάλλας, (σ. 216) (βλέπε στη συνέχεια)
Άγιο Νταγ [κάβος] σηµερινή ονομασία χαρακτηριστικού ακρωτηρίου της νότιας
ακτής στις παρυφές του χωριού Παρθενίτ (βλ.), απὀ το ἁγιος και το τουρκο-
ταταρικό «ἄα6Ρ, αα[»: βουνό.
Αγίου Γεωργίου, η Μονή του Μπαλουκλουβά. Σηµαντική µονή και πασχαλινό
προσκύνημα στο νότιο-δυτικό άκρο της Κριμαίας. Οι κάτοικοι των ελληνικών
χωριών της γύρω περιοχής είχαν μεταναστεύσει στην Μαριούπολη παίρνοντας και
την εικόνα του αγίου. Αργότερα όµως η περιοχή δόθηκε, από τους Ρώσους, στους
Έλληνες εποίκους του επονοµαζόµενου, τότε, «Αλβανικού Λόχου». Σημειώνουμε
ότι λέγετε ΄του Μπαλουκλαβά’ και πρὀκειται για ἐτυµο ανάλογο µετο τουρκ. Ο8Ιγί:
ψάρι, ιχθύς, και πιο συγκεκριµένα αποδίδει την έννοια του «ΡαΙγΚ-γωνοε» ({ςῃη ροηα)
(πρβλ. Παναγιά Μπαλουκλιώτισσα, στο Μπαλουκλί στην Πόλη όπου έγινε το
θρυλικό θαύμα της αναβίωσης των µισοτηγανισµένων ψαριών.) Βλέπε:
Μπαλακλαβά, στη συνέχεια.
Αγίου Γεωργίου Μονή 2. Χάλασμµα στα περίχωρατης Σουγδαίας, Πάλλας, (σ. 215).
Άγιος Γεώργιος [στο (αοἰβγα] Αναφέρεται επίσης προσκύνημα των Ελλήνων της
Κριμαίας σε μοναστικό ερηµοκλήσι (ΠεΓπιϊίαρε ΟΓ «ΠώΓΕΗ του Αγίου Γεωργίου στο
όρος «οἰβγα της Σουγδαίας (5οάβγα -οιααρΡΗ). Βλέπε Πάλλας, σ. 232.
Άγι Πέτρα [κορυφή λόφου] Κατά τον Ρα[ίᾶς πρὀκειται γιά τον βράχο του Αγίου
Πέτρου και λέγονταν στα τουρκό-ταταρικά Ροῖει Κ3γα [πέτρα του Πέτρου,
«πἱρη[γίηρ Ρεϊει΄ς ΓοςΚ»). Η ελληνικές λέξεις Αγεςα-Ρείγα, ενδέχεται όµως να
σημαίνουν και «άγια πέτρα» [άγη πέτρα] ανεξάρτητα απὀ τη αναφορά στον Άγιο
Πέτρο, που θα μπορούσε να εἶναι μεταγενέστερη ετυμολογία. Η κορυφή αυτή
βρίσκεται στις παρυφέςτης κοιλάδαςτης Αλούπκα, (Πάλλας, σ. 150).
Άγοι Θοδώρ [κάβος] στην περιοχή του ελληνικού χωριού Ούτκα όπου αναφέρεται
ύπαρξη άφθονων θαλασσινών (στρείδια), (Πάλλας, σ. 169). Ο κάβος αυτός, δέκα
χιλιόμετρα δυτικά της Γιάλτας είναι γνωστός σήµερα για το κομψό παλατάκι που
κτίστηκε το 1912 και ονομάστηκε «χελιδονοφωλιά»
Αι-Θοδώρ [ρυάκι] Το ρυάκι αυτό ποτίζει την κοιλάδα που οδηγεί στην είσοδο του
κάστρου της Θεοδωρού-Μαγκούπ (χαρακτηρίζεται ως εοἰἰαϊεγα| ΡΓΟΟΚ). Βλ. Πάλλας,
(σ. 120). Αναφέρεται επίσης «ένα μικρό ρέμα ονομαζόμενο Αι-Θοδώρ (Αἰ-ἴποαογ),
στο χωριό Τςοιριπα ή Καγιοίκα (ΚαγΙοςΚα) ιδιοκτησία του ΗΔΡΙΙΙΖΙ. (Πάλλας, σ. 100).
Άγοι Πάντα [πηγή]: Πηγή στα περίχωρα του χωριού Κικενιτσέ-ΚεεΚκεπίςαε. Γ[ράφετε
Αρὶ-ραηία: Αγίι)οι Πάντ(ες). Βλ. Πάλλας, σ. 148.
42
Σημειώνουμε, στο σηµείο αυτό, ότι στο τοπωνυµικό της Κριμαίας σώθηκαν οι
µνήµες των αγίων Γεωργίου, Βλάσιου, Θεοδώρου, των Αγίων Πάντων, όπως και της
Ευαγγελίστριας
Άλασμα [χάλασμα, µε τουρκο ταταρική φωνητική παραφθορά] βρίσκεται µετά το
χωριό Ψάτκα ή Μσάτκα. Βλ. Πάλλας, σ. 138.
Βαγκιλίστα [βράχος τουρκο ταταρικά Ναρ[[σία] κοντά στο Παπά-τσείρ και στη πηγή
Άγια πριν απὀ τη κοιλάδα της Ούτκα. Στον Πάλλας, σ. 171. Πρόκειται για
παραφθοράτου αγιονυμικού «Ευαγγελίστρια».
Γενισαλά [χωριό] ελληνικό χωριό οι κάτοικοί του ἐφυγαν στη Μαριούπολη, στην
εποχή του ο Πάλλας βρήκε την εκκλησία σε καλή κατάσταση. Βλ. Πάλας, σ. 207.
Πρβλ. επίσης Μαλόϊ Γενισαλά (Μικρό Γενισαλά).
Γιάλτα [στη Μαριούπολη] είχε 710 κατοίκους το 1793. Προκειται για τη
μετεγκατάσταση των κατοίκων του γνωστού θέρετρου Γιάλτα της παραλιακής
Κριμαίας. Πρβλ. τα γυάλι, γυαλός. Παράγωγα Γιαλτανδιότ΄κου και αγιαλταδιότκου.
ἱγνατζιεβίτσα [στη Μαριούπολη -- Ιηαϊζίενίσα] µε 576 κατοίκουςτο 1793.
Κάγκελα [ένας δασωµενος λόφος] η ΚαΡΠεΙα ή ΓβηΡΗεΙα βρίσκεται στη περιοχή της
Ούτκα. Αναφέρεται από τον Πάλλας, (σ. 169).
Καρανά [Μαριούπολις -- Καγαπα] είχε 730 κατοίκουςτο 1793.
Καρακούμπα [Μαριούπολις -- Καγακυβα] 1.318 κάτοικοιτο 1793.
Κάφφα (Θεοδοσία) Ο Καφάς, η πόλη είχε Ελληνική κοινότητα και ελληνική
εκκλησία, πριν καταστραφεί από τους Ρώσους. Στο Πάλλας, (σ. 265).
Καψοχώρ [κοιλάδα] εύφορη κοιλάδα, ο Πάλλας ξέρει ότι η λέξη σηµαίνει «ρἰᾶεε
ἀεςίγογεα ΟΥ {1Γ6», (σ. 211) (πβλ.: καψάλες).
Κερμεντσίκ [στη Μαριούπολη -Κειπιεηϊςηἰκ ] 776 κάτοικοιτο 1793.
Κοος [χωριό] ελληνικό χωριό µε οπωρώνες και αμπέλια που εγκαταλείφθηκε από
τους κατοίκους του το 1779, ανατολικά της Σουγδαίας. Βλ. Πάλλας (σ. 237).
Κρωτήρια [πηγή] Στην κοιλάδα προς την Αλούπκα, µιά απὀ τις πηγές που
συνάντησε στο δρόµο του ο Πάλλας. Η λέξη µοιάζει να είναι (τα) ακρωτήρια και
υποδηλώνει πηγή µε πολλές εξόδους νερού απὀ Φυσικά ή τεχνητά ακροστόµια.
Παράβαλε όµως και τα κρότος και κρούω. Πάλλας, (σ. 151).
Λάσπη [χωριό] Το παράλιο αυτό χωριό ήταν αποκλειστικά ελληνικό πριν από την
έξοδοτου 1779. Πάλλας, (σ. 137).
Λάσπη [της Μαριούπολης] Είχε 270 κατοίκους στην απογραφήτου 1793.
Λιμένα [χωριό] Είναι αξιοπρόσεκτο ότι ο Πάλλας (σ. 146) σημειώνει Ι66επΊεΠα και
όχι Ιπι8η, λέξη που έχει υιοθετηθεί τόσο απὀ τα τουρκο-ταταρικά όσο και από τα
τουρκικά. Επίσης ο ΒειΙΙγτο αναφέρει ὡς ΙΙπιαΠα (Λιµάνα).
Μαγκαράτς [χωριό ΜαραγαϊςΏ] ελληνικό χωριό πριν απὀ το 1779, μαζί µε τα
γειτονικά Μαρσαντά και Νικήτα. Βλ. Πάλλας (σ. 173).
Μαλόϊ Γενισαλά [της Μαριούπολης -- ΜαΙοί Υεηϊσαία ] 921 κάτοικοι κατά το 1793,
σηµαίνει Μικρό Γενισαλά Ξ Κιουτσούκ Γενισαλά.
Μανγκούς [της Μαριούπολης - ΜαηΡιςῃ ] είχε 741 κατοίκουςτο 1793.
Μάρμαρα [χωριό ΜαΓπιοΓα] ελληνικό χωριό πριν από το 1779, (Πάλλας. σ. 104).
Στην περιοχή αυτή ο Πάλλας µας πληροφορεί ότι βρίσκεται «Μια ράχη που καθώς
προχωρεί σχηματίζει πέτρινες αναβαθµίδες που ονομάζονται ΤςΠαρΙ8Κ-Κ8γΥα, όπου
συναντά κανείς υπόσκαπτα κελιά μοναχών λεγόμενα ΚαΓαΚΟοῦΒ.» (Παραφθορά του
κατακόµβη).
43
9 Μαρσαντά [χωριό] αναφέρεται ότι βρίσκεται σε αποκλειστικά ελληνική περιοχή,
όπου ήταν το Μαγκαράτς καιτο Νικήτα, (Πάλλας σσ. 172-73).
9 Μισοχώρ [χωριό] τουρκο-ταταρικὀ χωριό ονομαζόμενο ΜίςςοΚπογ ή ΜΙιςηΚΠΟΓ
κοντά στην Χωρίς και στην Γκάσπρα, (Πάλλας σ. 168).
9 Μουργουδού [πηγή Μαεἰηῖοςη] τοπωνύμιο, χωριό στο χάρτη του Μαεἰπίοςη δίπλα
στα χωριά ΜιςΚΠοΓ, «85ρίᾶ, αιμΓί8Πά8, | ἀνααία και Αοιΐκα. Η γραφή Μιιριπαάι
Φαίνεται να υποδηλώνει µία ελληνική κατάληξη γενικής. Η περιοχή είναι µία από
τις αρχικές κοιτίδες του Ελληνισμού της Ταυρίδας.
9 Μπαλακλαβά (Μπαλουκλαβάς) σηµαντική θέση του Κριμαϊκού πολέμου, ο Πάλλας
πιθανολογεί ότι το όνοµα προέρχεται από το παλαιό ελληνικό οχυρό «Παλλάκιον»,
η σηµερινή όμως µορφή του τοπωνυμικού συνδέεται, όπως είδαμε, µε την τουρκο-
ταταρική ονομασία του ψαριού (ΡαΙγκ-γωνθε). Το 1794 είχαν εγκατασταθεί στην
περιοχή Έλληνες µέλη ρωσικών παραστρατιωτικών µονάδων µε τις οικογένειες
τους. Αξίζει να προσθέσουμε ότι το 1787 όταν η Μεγάλη Αικατερίνη επισκέφθηκε
τη Σεβαστούπολη οἱ γυναίκες των στρατιωτών φόρεσαν στολές και υποδέχθηκαν
ως Αμαζόνες την αυτοκράτειρα. Παραθέτουµε απόσπασμα από την περιγραφή του
Πάλλας:
«Το παλαιό Κάστρο της Μπαλακλάθα είχε κατά πάσα πιθανότητα κτιστεί απὀ τους Ἑλληνές
και πρέπει στη συνέχεια να το επισκεύασαν οι Γενουάτες, είναι σήµερα ερείπιο και
εγκαταλελειμμένο. Η πόλη μάλλον πήρε το ὀνομά της απὀ το ελληνικό οχυρό Παλλάκιον.
Στην ΙΜπαλακλάθα έχει δημιουργηὺεί µια σύγχρονη ελληνική πόλη κοντά στο λιμάνι. Η πόλη
αυτή µαζί µε τα περίχωρα που εκτείνονται ως τις ὀχδες του ποταμού Μπουγιούκ Ουσεχέν
(ΒθοεγοιΚ ΟγςεΠοεη), και περιλαμθάνουν τα Χωριά Καντικιόῖ, Καρανί, Καμάρα και
Αλσού (Πάλλας, σ. 130), αφού απομακρύνύηκαν σε άλλα µέρη όσες οικογένειες Τατάρων
είχαν απομείνει, εδόῦησαν για την εγκατάσταση των µελών του (λεγόμενου) «Αλθανικού
συντάγματος» (γθοἰππεηί), που έχει περιορισὺεί σε ένα µόνο τάγμα. Έτσι η Μπαλακλάθα
άλλαξε τελείως και έγινε µια ελληνική πόλη [...] Το σύνταγμα αυτό δεν είναι ενσωματωμένο
στα ἀάλλα τακτικά στρατεύματα, απαρτίστηκε Κυρίως από Έλληνες που υπηρετούσαν την
Ρωσία στο Αρχιπέλαγος. (Πάλλας, σ. 131)» Ι...] Το λιμάνι (του Μπαλουκλαθά) σχηματίζει
έναν προστατευμένο Κλειστό Κόλπο ὀπου ΨψΨαρεύουν παλαμίδες Και µπαρμπούνια. Η
είσοδος του εσωτερικού κόλπου εἶναι θαῦιά αλλά ιδιαίτερα στενή την πλαισιώνουν
απὀτοµοι κάδετοι θράχοι που δεν επιτρέπουν σε δύο πλοία να διασταυρωδθούν µέσα στον
δίαυλο. Όμως το λιμάνι αυτό είναι απὀ τα ασφαλέστερα ορµητήρια των ὑαλασσινών που οι
φουρτούνες παρασύρουν στις ακτές της Κριμαίας.»
Να σημειωθεί ότι το µοναστήρι του Αγίου Γεωργίου που βρίσκεται δυτικότερα της πόλης,
όπως κα τα δύο ακρωτήρια Αγια-μπουρούν και ο κάβος Γιώργος (αςθοιρἰενςοΚκοὶ πιυἰς),
συνδέονται µε δοξασίες σχετιζόμενες µε την ναυσιπλοΐα στον Εύξεινο. Το όνομα του Αγίου
Γεωργίου Φέρει ο νότιος κλάδος των εκβολών του ποταμού Δούναβη (ΒΓγαϊμ| 5Πηΐἵι
(6Π6εοΓρῄε) όπως και η ποτάμιος νήσος επάνω στην οποία είναι κτισμένα τα Σουλινά. Είναι
όµως αξιοπρόσεκτο ότι στην είσοδο του Βυζαντινού Βοσπόρου(ίτο Μπουγάζι), στο χωριό
Φαναράκι (Φανάρ κιοῖ), απέναντι από τις Συµπληγάδες πέτρες, εκεί όπου γίνονταν τα
περισσότερα ναυάγια της Μαύρης θάλασσας, υπήρχε πάνω στην παραλία, µέχρι τη
δεκαετία του 1940, και πάλι µια εκκλησία του Αγίου Γεωργίου που καταστράφηκε όταν
δημιουργήθηκε στην περιοχή εκείνη στρατιωτική βάση. Τα τρία αυτά τοπωνύμια
σχηματίζουν ένα ιδανικό τρίγωνο µέσα στο οποίο προσανατολίζονταν όσοι έπλεαν στον
δυτικό Εύξεινο Πόντο. (Βλ. «Παταίΐη 1672, 33 «Αιιςσί οσί-οθ |’ογαγο εοησἰαπὶ ἄθ Ια πιαΓίηε
Τωγσαιθςουθ, ἄθ πο 5ο ΠιθίίΓθ Θη ΠΙΕΙ οµ6 |6 [οι αθ δαἱπὶ «80/06, ημί οί α ία ΠΠ αΑν/ί, οἱ
α΄ δίγο γεηίγό ἄαης Ι86 ρογί εθ|μί αθ σαἱπί ἱππ[ίΠί, αιμί αγγίνθ αι εοπηππεπεεππεηίΐ α Οεἰοῦγε |...]»)
9 ἸΜπεσέου [της Μαριούπολης -- Βεςῃενν] είχε 516 κατοίκους, 1793. Η κατάληξη «-εου
(-ει)» είναι πολύ συνήθης στα Ρουμανικά.
44
Μπογκατούρ [της Μαριούπολης -- Βοραῖἴγγ] είχε 633 κατοίκους, 1793.
Μπολσόϊ Γενισαλά [της Μαριούπολης -- Βοςποί Υεηίςαια], 587 κάτοικοι το 1793.
Μεγάλο Γενισαλά, βλέπε και το Μικρό Γενισαλά ή Μαλόϊ Γενισαλά. Στα τουρκο-
ταταρικά λέγεται Μπουγιούκ Γενισαλά.
Νικήτα μπουρούν [κάβος, πρβλ. τα ελληνικά τοπωνύμια σε «-μπουρνού»] Ένα από
τα ακρωτήρια της νότιας Κριμαίας µετά την Γιάλτα. Όλη η περιοχή ήταν
κατοικημένη από Έλληνες πριν από το 1779. (Πάλλας, σ. 172).
Νικήτα [χωριό] ελληνικό χωριό πριν από το 1779, όπου βρίσκονται και οι οικισμοί
Μαρσαντά και Μαγκαράτς. Πάλλας, σελ. 173.
Ουρσούς [στη Μαριούπολη - ὑιΙςσις] 222 κάτοικοι, 1793. Θα μπορούσε να
σχετίζεται µε τη ρίζα απὀ την οποία προέρχεται η λατινική λέξη ιίσις (πβλ.
ανθρωπωνύμιο η Όρσα, η Ορσαλία) στην πραγματικότητα όµως πρόκειται για
σύγχρονη µορφή του τοπωνυμίου (αυωιςιῖ: Γορζουβίτες ἡ Γουρζοβίτες της Κριμαίας
(βλέπε εικόνα) που σύμφωνα µε τον Προκόπιο ήταν, µε την Αλούστα, ένα από τα
νέα κάστρα που έκτισε ο Ιουστινιανός στην Ταυρίδα.
Ούτκα [χωριό] Ελληνικό χωριό, αρκετοί κἀτοικοίτου, που είχαν μεταναστεύσει στην
Μαριούπολη, είχαν επιστρέψει το 1793 µετά απὀ άδεια του πρίγκιπα Ποτέμκιν.
(Πάλλας, σ. 172). Γ[ράφεται και Αούὐτκα [πρβλ. την ποντιακή προφορά “αούτ-ος” Ξ
ούτος].
Παπάς τεπέ [λόφος του Παπα] περιοχή κοιλάδα του Οἵμυς. (Βλ. περιοχή µετά τον
οικισμό Εςκί ΚΓιΠΙ), (Πάλλας, σ. 240.
Παπάς τσείρ [λιβάδι, κάµπος του παπά] «ΑΠ 6πεἰοςεα πιεβαονν, νΠίεΠ ἰ στ]
εποπιἰπαΐῖθα Ραρᾶς ΤςμΠείγ, ο; Ρορθ’ς Μα6ααονν». Στην περιοχή εκείνη απαντούν και
τα τοπωνύμια Βαγκιλίστα και Άγια, (Πάλλας, σ. 171).
Παρθενίτ [χωριό] το όνοµα του ελληνικού αυτού χωριού "Παρθενίτ συνέδεσαν οι
περιηγητές µε τον μύθο της Ιφιγένειας. Το τοπωνύμιο Παρθένη είναι βέβαια
ευρύτερα γνωστό στο Αιγαίο. Πρέπει όµως να παρατηρήσουμε ότι έχουµε εδώ µια
κατάληξη σε -ιτ, που θα μπορούσε να συνδεθεί µε παράγωγο της µορφής Ἔπαρθεν-
ίτης. Η Μεγάλη Αικατερίνη πεπεισµένη ότι εκεί είχε μεταφερθεί η Ιφιγένεια έδωσε
την περιοχή φέουδο στον πρίγκιπα ας Ιἱρπ6. Η τοποθεσία ήταν ευρύτερα γνωστή
ως ΡαγίΠεηἰζζα . Ο ΠειυΙΙγ το βρήκε να κατοικείται από Έλληνες. Ο κολπίσκος του
Παρθενίτ καταλήγει στο άκρο Άγιο-Νταγ.
Πέλαγος [στα τουρκο-τατάρικα: Π[εριις] Λιβάδια (πιεαᾶοννς) που βρίσκονται πάνω
στην κύρια διαδροµή προς τον βράχο του Μαγκούπ [Θεοδωρού], που περνάει από
την κοιλάδα του μικρού ποταμού «Αι Θοδώρ», (Πάλλας, σ. 121).
Πλάκα [κάβος] είναι ένα χαμηλό ακρωτήριο στα ανατολικά του Αγιου Νταγκ. Στη
βυζαντινή εποχή πάνω στην Πλάκα υπήρχε φανός ονομαζόµενος «Λαμπάς».
Ποταμµίς [όρος] Πάλλας, (σ. 41). Βλ. Ιἱαε||-δοοῖῖ: ποταµηνή Μήτηρ 5ιρρ.ΕΡἰΡΓ. 6.556
(Ὑαοναα[). Ποτάµιος «ο5ί αιςςσί µη αθς όρ[ιμδίες α’ Αγοπιὶς αοηῖ [6 ου/{θ 5ο Γαϊιασβαί
αυχ Γἱνίδγος ΡΙ. Ρ. 7 ποτάµιοι θεοί: Αγίθ6Πι. 2. 34.» Ετυμµολογικό Λεξικό του
6Παηίγαίπο.
Σκαλιστόε [οικισµός, από το «σκαλιστό», υπόσκαπτο] Οι σημερινοί τουριστικοί
οδηγοί της Κριμαίας αναφέρουν ότι κοντά στο χωριό 9Κκα[ἰσῖοςῬ της περιφέρειας του
Μπαχτσί Σαράι βρίσκεται η υπόσκαπτη τρωγλοδυτική πόλη της Μπάκλα (΄εᾶνε
ἵοννη” ΒαΚΙα).
Σαρτανά [στη Μαριούπολη -- 5αΓίαΠα] µε 789 κατοίκους το 1793. Οι σημερινοί
κάτοικοι ανάγουν την ετυμολογία του χωριού τους στη ρίζα του ανθρωπωνυμικού
«Σαρ»- (απ’ όπου το Σαρωνικός). Παράγωγο: Αχτου Σαρταν|οτκου τουν τοπου.
45
9 Σταρόι Κριµμ [στη Μαριούπολη -- οἵαγοί Κγίπι] είχε 330 κατοίκους το 1793. Οικισμός
της ενδοχώρας της Κριμαίας βόρεια της Σουγδαίας, σηµαίνει στα ρωσικά Παλαιά
Κριμαία.
9 Σταυρίς ουσεχέν [οµςθπεῃ: ρυάκι] Ποτάµιτου Σταυρού (Σταυροπόταμο) όνοµα μισό
ελληνικό και µισό τουρκο-ταταρικὀ του ποταμού, στις όχθες του οποίου είναι
κτισμένη η Αλούπκα, (Πάλλας σ. 151).
9 Στίλα [στη Μαριούπολη -- οἵ{α] 525 κάτοικοι το 1793. Φαίνεται να είναι αρχαία
ελληνική λέξη. Έχουμε όµως σήµερα τρεις οµόηχες λέξεις: στήλη {όπως στήλη
Ερμού -- όριο), στίλη (σταγόνα, στιγµή) και στύλ- (κολώνα).
9 «οΚείία [Μασἱπίοςη] τοπωνύμιο στο χάρτη του Μαεἰπίοςη 1853 πάνω από τα χωριά
Βαἰάαι και ΜοιΚΠαἰαΐΠα. Ίσως να πρόκειται για χωριό «Σκέλια».
9 Τσερδακλί [στη Μαριούπολη --ΤςΠεΓαάακΙγ] 475 κάτοικοιτο 1793.
9 Τσερµαλίκ [στη Μαριούπολη -- ΤςΠεΓπιαιγΚκ] 517 κάτοικοι, το 1793.
9 Τσερκές Κερµεν [(ζε(κες ΚΕΙΠΙΕΠ -- χωριό]. Το Τσερκές Κάστρο είχε σηµαντικό
ελληνικό πληθυσμό πριν απότο 1779, (Πάλλας, σ. 96.)
9 «ιλέγκους (ΡηΙΙθ6ρις) Επίπεδα λιβάδια στην περιοχή του Μαγκούπ, πέρα από την
ρεματιά του ποταμού Αι-Θοδώρ, που ονομάζουν οι Τάταροι ΡῄῃίΙ6ρις, λέξη που
προέρχεται από το ελληνικό «πέλαγος» (Πάλλας, σ. 120).
9 «Φότσαλα [χωριό Γοΐμςαία ή Γοΐςαία] Χωριό στο ποταµάκι ΒαἱρεΚ, υποπτευόµαστε
κάποια σχέση µε την λέξη Βότσαλα, (Πάλλας, σ. 166.)
9 Χορίς [χωριό ΟΠογίςς] Το ταταρικό αυτό χωριό βρίσκονταν Κοντά στο ΜἰςςοκΠοί
(ΜιςςηΚογ) και στην («85ρΓ8. Υποπτευόµαστε σχέση µε την ρίζα -χωρ- πρβλ. λέξεις
«χώρα, χωριό, χωρίδιο».
9
Ένα απόσπασμα από την περιγραφή του Πάλλας
Από την Αλούπκα στη Γιάλτα (Πάλλας, Ι, 162)
«Βρήκαμε ένα μικρό θουνό επονομαζόμενο Αγι-βλας (Αγθε Ψ/αςς)(σελ. 167) Ακολουδούν
τρία Τατάρικα χωριά το Μισοχώρ ή Μουσχορ (ΜΙς5οΚΠΟΙ ή ΜιςςΚΠοη) στη δυτική πλευρά, η
Χορίς (6Πογίςς) προς τον θορρά ή προς το εσωτερικό Και η Γάσπρα στα ανατολικά. Στη
Γάσπρα υπάρχουν τα ερείπια µιας ξύλινης ελληνικής εκκλησίας (Πάλλας, σ. 168).
»Κοντά στο ακρωτήρι του Αγι-Θοδωρ (Αγοο ΤΠοάοΓ) υπάρχουν μεγάλοι µπάγκοι µε όστρακα,
σε τριάντα ως σαράντα οργυιές θάδος. Οι Έλληνες Κάτοικοι της Ούτκας, ἑύνουν τον
πυυμένα για να θγάλουν τα Ψαλασσινά αυτά (Πάλλας, σ. 169).
(Στη συνέχεια συναντούμε έναν) Δασωμένο λόφο που ονομάζεται ΚαηρηεΙβ/κάγκελλα ή
ΒαηρῄῃεΙα (Πάλλας, σ. 169).
» [...]Την θραχώδη προεξοχή που οι Τάταροι ονομάζουν Βαγκιλίστα (ναοῄίςία) ή Ευαγγελίστ.
Προχωρώντας µέσα σε µια σειρά απὀ συνεχόμενες δασικές εκτάσεις, περάσαμε απὀ ένα
περιφραγμένο λιθάδι που λέγεται ακόµα Παπας Τσεῖρ (Ραρας ΤςΠοαί ή του Παπά ο
λειμώνας (το λιθάδι) και συνεχίζοντας -- λίγο πριν από την κοιλάδα της Ούτκας -- θρεθήκαµε
µπροστά σε µια ωραία πηγή που φέρει πάντα το ελληνικό της ὀνομα «Αγία» ή -αεΓγεα
(Πάλλας, σ. 179). [...] Η Ούτκα κατοικείται αποκλειστικά απὀ Έλληνες, που μαζί µε άλλους
χριστιανούς της Κριμαίας, μετανάστευσαν στην περιοχή της Μαριουπόλεως. Μετά όμως
απὀ την υποταγή των Τατάρων στο ρωσικό σκήπτρο, ζήτησαν απὀ τον πρίγκιπα Ποτιέµκιν
την άδεια να εγκατασταθούν έανά στα µέρη αυτά. Έτσι επέστρεψαν είκοσι οικογένειες που
ασχολούνται µε την συλλογή οστρακοειδών.» (Πάλλας, σ. 172)
«Από την Αούὐτκα ή Αθούτκα έχουµε µια ωραία δέα των ψηλών θουνών που σχηματίζουν
ένα είδος αμφιδεάτρου, Και το θλέμμα πηγαίνει ως πέρα απὀ την Γιάλτα. Το μακρύτερο
46
άκρο προς ανατολάς λέγεται ακρωτήριο του Αγίου-Ντάγ (Αγοι-αάαοβ ή λόφος της αρκούδας
(Πάλλας, σ. 176) [...]
»[...]από την εδώδε µεριά είναι το ακρωτήριο Νικήτα Μπουρούν (ΝΙΚΠα ΒιΓιη σελ. 175), µε
το οποίο οι υψηλές θουνίσιες προεξοχές χάνονται µέσα στον Ψαλασσινό ορίζοντα. Κάπως
κοντύτερα προς το σηµείο που θρισκόµαστε, διακρίναµε δύο άλλα σηµαντικά ακρωτήρια,
εκείνο της Γιάλτας και εκείνο της Μαρσάντας. Όλες αυτές οι παραθαλάσσιες περιοχές ήταν,
παλαιότερα, κατοικημένες σχεδὀν αποκλειστικά απὀ οικογένειες Ελλήνων (σ. 172). Στα
περίχωρα της Γιάλτας είναι τα χωριά Κουθα, Μπάλλα, Παναγή, Σταμίτζ και Τεμιάρ (Κυνα,
Βαία, Ραηασῇο, δἰαπιήζΖ, Τεηιίαγ). [...]
»Προχωρώντας προς την κοιλάδα της Μαρσάντας (σ. 1735) Σε µια απότοµη προεξοχή κοντά
στη Ψάλασσα, και ανάμεσα στα χωριά Μαγαράτς και Μαρσάντα (Μαοφαγαϊΐςη, Μαιςαπαα),
παρατηρήσαμµε τα ερείπια ενός παλαιού μοναστηριού. Αφού προσπεράσαµε το Μαγαράτς
απὀ τον παραλιακό δρόµο προχωρήσαµε µε κατεύδυνση το χωριό Νικήτα µέσα απὀ έναν
άγριο τόπο όλο δάση. Και τα τρία χωριά που προαναφέραμε κατοικούντο από Έλληνες που
μετακόμισαν στη Μαριούπολη (Πάλλας, σ. 173), οι πολυάριθμο εγκαταλελειμμένοι κήποι
τους, πέρασαν απὀ τότε στην ιδιοκτησία του Συμθούλου του Κολλεγίου Μ. Σµιρνόφ (Μ.
σΠηἰγηο[/).
»ΤΟ χωριό Παρῦενίτ µετά ή προς την µεριά του κάθου Άγιου Νταγ (Πάλλας, σ. 178).
»Φτάνοντας στην Αλούστα είδαμε τα ίχνη της αρχαίας ελληνικής οχύρωσης. Η πόλη ήταν
παλιά έδρα επισκόπου. { Πάλλας, σ. 184) |... Την ακτή του Τσατίρ Νταγ (ΤςμαϊγΓ ἄαοβ) που
πάει µέχρι το Σουντάγ (5μµαασβ, η Σουγδαία.)
Στο σηµείο της παραλίας όπου θρίσκεται το χωριό Ουσκούτ (υςκιῖ) διακλαδίζεται ο
ὀρόμος που οδηγεί προς θορράν στην ενδοχώρα στο Καρασού παζάρ (Καγαςςσιμ βαζαί, μαύρο
νέρο).
Στο χωριό Γενισαλά η ελληνική εκκλησία είναι σε Καλή κατάσταση, αν Και όλες οι
οικογένειες του έδνους τους εγκατέλειψαν τον οικισμό (Πάλλας, σ. 207).
»Συναντούµε την εὐφορη κοιλάδα του Καψοχώρ, ελληνικό όνοµα που σηµαίνει τόπος
καμμµένος (Πάλλας σημ. σ. 211)
δΣτα χαμηλά της βαθιάς κοιλαδας που βρίσκεται στα περίχωρα του Σουντάγ Λιµάν (5μάαρῃ
Ιαεπιαπ) ανακαλύψαμε τα ερείπια ενός μοναστηριού αφιερωμένου στον Άγιο Γεώργιο. [...]
(Πάλλας, σ. 215).
»Ακολουθώντας τη κοίτη του ρέματος Καραγάτς, διασχίσαµε µια κοιλάδα κατάφυτη από
αμπέλια που ονομάζεται Αγι Σάββα, απὀ το ελληνικό ερηµοκλήσι που βρίσκεται εκεί, και
καταλήξαµε στον ὠραίο κάµπο του Σουντάγ (Σουγδαίας) [σελ. 216]. Και εδώ βρήκαμε έναν
Άγιο Γεώργιο, ένα στο ερηµητήριο (Πειπιἰἴαρϱε) ή µια εκκλησία πάνω στο όρος «οἰᾶγα που
λειτουργεί ὡς προσκύνημα των Ελλήνων που κατοικούν τώρα κάτω στην πόλη και που
ανεβαίνουν να το επισκεφθούν. (σ. 217).
ΣΣυνεχίζοντας την πορεία µας κατά µήκος της ακτής φτάνουμε στο Κοος. Παρ’ όλον ότι οι
πάρα πολλές οικογένειες Ελλήνων που ζούσαν στο χωριό και ασχολούνται µε την
αμπελουργία έφυγαν, ο οικισμός έχει πάντα αρκετό πληθυσμό. Τα εγκαταλελειμμένα
σπίτια έχουν πάντως ερειπώσει. Κοντά σε µια ελληνική εκκλησία που είναι κτισμένη πάνω
σε ένα λόφο που χωρίζει τις δύο κοιλάδες του Κοος βλέπει Κανείς ένα ωραίο µασγίδιο
(πιαϊς[Πεῖ, τζαμί) µετο µιναρέτου [...]» (Πάλλας, σ. 238).
δΣτα περίχωρα του Εσκί Κριµ συναντήσαμε ένα Αρµενικό μοναστήρι ([σ. 238).
»Η κοιλάδα του Οἶμις κλείνεται στα ΝΔ από τους λόφους του Μαλ Καγια [Μα[|-Καγα] και
Παπάς Τεπέ |...» (Πάλλας, σ. 240)
47
Βιβλιογραφία
Απιαηΐοη ΝΙΚΙΟΓ, Νοίΐΐσες 5ι/ [ος αίνείιςος ροριαίίοης αι σοινεγπεππεπἰ ἄθ ἰα Ταμίας, οἱ
«ρόεἰα|εππεηί αε |α (Πἱπιόε, Βθ6ξ54ηςοη 1854.
(ΠαΓ6ἱΠ 68Η, ΨΝογασςες ἄο Μοηςσίθιι [6 (Πενα(ίθιγ (Παταίη, Θη Ρείςθ, οἱ αμίγος Ιἰθιχ αθ | Ογἱεηῖ.
3 ἴοπ]θς. Τοπ]θ ρΓθηηἰ6Γ, α ΑπιςίθΓγάαπη «Π67 64η |ομίς ἄθ ΙοΓπῇ6, 1711.
(Γανεη ΕΙἰζαΡεῖῃ, ΒαΓοῃ6ςς, Α [οι/πθγ ἴπτοιαῃ ἰμο 6Γίπιθα ἴο (οησίαπἰίπορΙθ: ΙΠ α 5ε[ίες οί
Ιθίθις τοπ πο ΠΙΟΠί Ηοποιμγαθ[ε ΕΙζαβείμ Ιαάγ (Γανεη, ἰο Ηὶς 56Γεη6 Ηἰσμηθςς ἴμθ
ΜΙα/φΓανο οἱ ΒΓαπαεβοιΓᾳ, ΑΠςδραςβ, απα Βαγε[ῃ / ΥΥΠίεη {Π ἴῃμθ γθαι ΜΡΕΕΙΧΧΧΜΙ. Ιοπάοη:
(. α. ). ἄπα |. πορίηςοη, 1789. (1Ιμςιγαἴθα)
6αναπὶ Χανῖθγ, βεἰαίίοπ αθ ἰα (ΠΙπιόθ Ρα: Ι6 5. ΧανεΓίο ἀἰαναπί (οηςι[ ἄθ ΕΓαποεθ ὰ ΒαΚκεῃε
5ΘΓαΥ (αρῄαιε ἄθ εθίίθ ροηἰησιμ[ε οἱ ργεπηίθι πιδαθείη ἄμ Καη, 1723, Ρατὶς: Αγεῃίνς Ναἴίοπαι-
Μαγίπε φάκελος 2 80.
Ηοπ]πιαίγθ ἄθ ΗθΙΙ, Χανίει, ΤΓανείς ἵπ ἰῃ6 σἰθρρες οἱ πο (ακερίαηπ ρα, ἴμο (ϐΓίπιθα, ἴμθ
(αµσασις, ΘΥ Χανίθγ Ηοπιππαίγθ ἄθ ΗεΙΙ, ννΙῃ ααα[ίοηπς [γοπι νατίοιμς 5οιµΓςθ5, ἰοπᾶση,
(ΠαρΠΊ8η αΠα ΗαΙ, 1847.
Ρα[ίας Ρ. 5., ΤΓανεΙς {μτοιαῃ ἰῃθ 5οµίμεΓη Ργονίηεος οἱ ἰμο Βιισσίαη Επιρίγθ {π ἰῃθ Υθα:ς 1793
απα 1794, ἵγαηςιαϊθα Γοπη ἴμθ (6ΓΠΊαη [Όγ ΑΛ. Βἰαραοπ]. | οπαοη, 5ἴΓ8μ8η, 1502-1803. Επίσης
.Γοηάση, 1812, νοἰ. 2, ϱρ. 343-44. Η πρὠτη έκδοση αποτελείται από 2 τόμοι, α ΧΧΙΙΙ, 552,
και β ΧΧΧ, 523 σελ.. Με 50 έγχρωμες εικόνες, απὀ τις οποίες οι 43 είναι ακουαρέλες
χρωματισμένες µε το χέρι, οι 23 είναι διπλωµένες, και 5 διπλωµένους χάρτες. (Αντίτυπο του
έργου υπάρχει στη βιβλιοθήκη της Βρετανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας στην Αθήνα.)
ΕθιιΙΙγ, ΒαΓοη 168η ἄθ .Ψογασθ ϱη (Ππιόο οἱ 5ιΓ [65 βοΓᾶς ἆθ ἰα Μει Νοίγο ρεπααπί /΄αππόε
1803; σμίνί α.ωΠ Μέπιοίγθ 5ιΓ [6 οΟΠΊΠΊΘΓΕΘ ἄθ εεἰίθ ΠΕΙ, οἱ ἄθ Πποῖος σι 65 ρηἱποείραιχ ΡροΓίς
οοπιππεΓςαηίΐς .... (2), ἰχ, (1), 302 σελ.., 2 ΙΙΡ. [οἰαϊηρ πιαρς, 3 Γοἰάΐπρ ρἰαῖες, 2 [οἰαΐηρ ἴαριες.
ΕηρΓαναα νἰρηεῖίθς. 5ΠΙ. 4ΐο. (οΠΙΘΠΙΡΟΓΑΓΥ ΡοαΓάς, ἱηςογίρθα ὈΥ ἴπε αιΠΟΓ. ΡαΓίς, Βοςς8ΗΡ6,
Μαςςοη αἳ Βεςςοη, 1806. (Αντίτυπο του έργου υπάρχει στη βιβλιοθήκη της Βρετανικής
Αρχαιολογικής Εταιρείας στην Αθήνα.)
Μαοἰπίοςῃ, Μαϊου («6ΘηθΓαΙ,Α ΜΙΙΠαιν ἴοιγ ἵπ ΕµΓορεαπ ΤΙΓΚΘΥ, ἴμο (Γίπιεα, απα οη ἴῃμθ
ΕασίεΓη 5ΠΟΓες οἱ ἴμο ΒἰαοΚ 56α 1395 (1υἱγ 22,1854) (Αντίτυπο του έργου υπάρχει στη
βιβλιοθήκη της Βρετανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας στην Αθήνα.)
Τοῖῖ, ΕΓαηςοίΐς, Ώαίοπ ἄθ, Μόπιοίτες αι βαγοη ἄθ Τοιῖ, συ 65 Τιγες οἱ 65 ΤαγίαΓθς.
ΑπισίεΓγααηῃ: 1784 (επίσης Ηαπιοιιρ 1785).
ΝΜΗΙς, Βἰε[μαΓα, Α 5μογί Αεεοιηὶί οἱ ἰμο Απεϊθηί απα ΜοαεΓη δἱαῖθ οἱ 6ΓΙπιΙ-Ταγίαγγ, ἱοπαάοη
1787.
Διαδίκτυο
Νννννν.87Ζον.Πποςῖος.ΡΓ
Ωτῖρ://Ννννν.ἰςςΓίπιθα.ΟοΓρΡ/ςεΠοἰαΓΙγ/ΚΓΙπΙΟΙΡΙἱο.Ωἴπι]ῆοκς
48
Αροαπαϊχ
Πληδυσμοί χωριών Ρουµέων και Ουρούμ 1886 - 1912
Χώρα
Σταροµπετσεβο
Μπολσαγια
Καρακούμπα
Μπογατηρ
Κονσταντινοπολ]
Ουλακλή
Μπολσοίϊ
Γιανισολ]
Κομαρ
Σταρεϊ
Κερμεντζίκ
Σταρο
ἱγνάτιεβκα
Νοβο Ιγνάτιεβκα
Στήλα
Καραν]
Νόβο Καρανἱ
Λάσπα
Μαληϊ Γιανισολ]
Αναδολ]
Τσερδακλί
Μανγκούς
Σταρηϊ Κρηµ
Σαρτανά
Τσερµαλήκ
Νοβο-
Καρακούμπα
Γιάλτα
Ουρζούφ
1886
άτομα
3.082
1.831
2.395
1.357
1.172
2.348
2.332
2.398
2.460
758
2.730
2.175
942
1.716
8.775
1.075
1.515
4.173
1.157
8.919
8.932
8.932
1.623
1886
άνδρες
1.620
914
1.237
711
624
1.224
1.209
1.240
1.252
398
1.403
1.096
499
910
1.949
530
785
2.155
570
1.995
1.843
1.843
836
1886
γιναίκες
1.462
817
1.158
646
548
1.124
1.123
1.158
1.208
360
1.323
1.079
443
816
1.829
545
730
2.015
5δ7
1.924
1.689
1.689
757
1886
σπίτια
499
291
417
215
203
395
396
436
459
137
472
390
177
326
613
178
272
720
216
619
544
544
258
1912
άτομα
4.501
8.081
4.023
2.986
2.405
4.712
3.761
4.196
3.825
1.400
3.961
2.361
2.544
1.684
2.392
8.650
2.252
5.395
8.741
8.295
6.056
2.691
1912
άνδρες
2.934
1.805
2.060
1.303
2.405
1.972
2.116
1.989
739
2.049
1.276
1.425
842
1.245
4.472
1.159
1.962
1.717
3.094
1.336
1912
γιναίκες
2.167
1.276
1.963
1.102
2.307
1.779
2.050
1.836
661
1.912
1.085
1.372
802
1.147
4.205
1.093
1.779
1.581
2.962
1.355
1912
σπίτια
705
702
626
400
349
774
666
867
693
244
623
330
462
300
420
1000
325
849
600
545
999
355
Ο κατάλογος που ακολουθεί αναφέρει τα χωριά που μιλούν την ελληνική διάλεκτο
(Ρουμέοι) και την Τουρκο-ταταρική (Ουρούμοι), καθώς και τα χωριά της Κριμαίας από τα
οποία μετανάστευσαν στα µέρη της Μαριούπολης. Το κείµενο είναι στην μαριουπολίτικη
διάλεκτο και σε νεοελληνική γραφή η οποία δεν αποδίδει την προφορά των δασέων
συμφώνων καιτον ρωσικό µαλακό Φθόγγο «6».
Χώρα
ιδρύθηκαν το 1780 -- προέλευση
49
Σταρομπέσεβο
Μπολσαγια Καρακούμπα
Μπογατηρ
Κονσταντινοπολ]
Ουλακλή
Μπολσοϊ Γιανισολἱ (Βει]ίκα
ΝονοςεἰΚκα)
Κομαρ
Σταρηϊ Κερµεντζικ
Σταρο Ιγνατιεβκα
Νοβο Ιγνατιεβκα
Στηλα
Καραν] αγαπἰ{πίε
Νόβο Καρανἱ
Λάσπα
Μαληϊ Γιανισολ]
Αναδολ]
Τσερδακλί
Μανγκούς
(ΡεΓεΠοίΓαῦηενε)
Σταρηϊ Κρηµ
Σαρτανά
Τσερµαλεκ
Νοβο-Καρακούμπα
Γιάλτα
Ουρζουφ (ΡΓίπιοΓςκος)
εζούσαν µόνο Ουρούμµ, σιµά 200 νουµάτοι
Ρουμέοι, 200 νουµάτοι. Λέγεται: βΖάο[]ποςε
Ουρούµ αχ τις χώρες Λάκα κι Μπογατήρ, 400
νουμάτοι
Ρουμέοι κι Ουρούµ αχ τις χώρες Δεμερτζί (Φουνα),
Αλούστα, Ουλου-Ουζέν, Κιουτσουκ-Ουζέν, Κουρου-
Ουζέν, 167 νουμάτοι, 47 σπίτια.
Ουρούμ 208 νουμάτοι, 57 σπίτια
Ρουμέοι κι Ουρούµ αχτις χώρες Σελγκίρ, Γιενί-Σαλά
(ρουµεκα), Μπασι Γιενι-Σαλα (Ουρούμ, ουρούμσκι τ’
γλὠσσα).
Ουρούµ αχ τι Κομάρα του Κρηµ, 520 νουµάτ, 120
σπίτια.
Ουρούµ αχ δυο χώρες Μπιγια-Σαλά κι Σουρού, 800
νουμ., 145 σπιτ.
ΓγζίΠ κι ΝΜΟΙΟΚΙΩ από Καφέ, Μπαχτσισαράϊ,
Καρασου-μπαζάρ, Γιεζλεβα, Μπολεεπόϊ Καρα-Κομπι,
Σουλταν-σαλι, Μπεεμουτ-Βολόχ
την εκαµαν ΝΟΙΟΚΗ (Βολόχοι) το 1885
Ρουμέοι αχτη χώρα Στήλα
Ουρούµ αχ τις χώρες Καράν|, Τσερκές-Κερμέν|,
Μάρμαρα, 400 νουμάτοι, εζούσαν σε 99 σπίτια
Ουρούμ τίνες εξέβαν ας τα 1881 αχ του Καραν] (942
νουμ. 177 σπ.)
Ρουμέοι αχτη χώρα Λάσπα του Κρεμ, 236 νουμάτοι,
75 σπίτια.
Ρουμέοι, το 1778 εζούσαν 235 νουµμάτοι, 65 σπίτια
(Κομἰρίεεμενο).
Ρουμέοι το 1826 τοις εξέβαν αχ του Ανατολιϊ
(ΑπααοΙι)
Ρουμµέοι ,
(ΚΓ6επιεπενΚα)
ήταν 160 νουµάτοι, 40 σπίτια
Ουρούµ αχ τη χώρα Μαγκούςῃ, 200 νουµάτοι, 40
σπίτια.
Ουρούµ αχ τη χώρα Εσκί-Κρίμ, 180 νουµάτοι, 60
σπήτια.
Ρουµμέοι αχ τη χώρα Σαρτάνα Καρασου
µπαζαρσκοβο
Ρουμέοι
Ρουμέοι αχτη χώρα Καρακούμπα ( Κγαςπα]α ΡοΙ]8πα)
Ρουμέοι αχτη Γιάλτα
Ρουμέοι αχτις χώρες Ουρζούφ, Χιζίλ-ΤαεΠ, Μαδτζάρ
Οι εποχές στην Κριμαία σύµφωνα µε ταταρικό ηµερόλογιο (Πάλλας)
50
Στην περιγραφή της Ταυρίδας, ο Πάλλας περιέλαβε (τομ.1, σελ. 381) πληροφορίες για τον
τρόπο µε τον οποίο οι εγχώριοι Τάταροι διαιρούν τις εποχές του χρόνου. Είναι
χαρακτηριστικό ότι ο νοµαδικός, αρχικά, αυτός λαός προσαρμόστηκε στον έναν ετήσιο
καλλιεργητικό κύκλο που σηματοδοτείται, όπως και στην Ελλάδα, από τις δύο εορτές των
αγίων Γεωργίου και Δημητρίου, οι οποίες όπως γνωρίζουμε από ταξιδιωτικό κείµενο του
Ίδου αιώνα ρύθμιζαν και την ναυσιπλοΐα στη Μαύρη Θάλασσα.
Η άνοιξη (των Τάταρων) ή Μπαχάρ (Β4ΠαΓ) αρχίζει µε τη γιορτή του Κθαγε[ες, ή του Αγίου
Γεωργίου στις 23 Απριλίου (µε το παλαιό ημερολόγιο) και διαρκεί εξήντα ηµέρες, μέχρι τις
22 Ιουνίου. Τότε αρχίζει το Τςηίϊία, ή το µεγάλο καλοκαίρι που λήγει την Ίη Αυγούστου
(π.ημ.) και διαρκεί σαράντα ηµέρες. Ο Αὐγουστος µήνας, έως τις 25 του µήνα αυτού,
ονομάζεται στη (ταταρική) τους διάλεκτο Αροςῖος και δεν περιλαμβάνεται σε κάποια από
τις εποχέςτους.
Το Φθινόπωρο, ἡ «Ώμς, διαρκεί απὀ την 26η ηµέρα του Αυγούστου έως την 26η ηµέρα του
Οκτωβρίου, και περιλαμβάνει 51 ηµέρες. Η (τελευταία) αυτή ηµέρα είναι το άλλο µεγάλο
πανηγύρι ({εςίϊναι) των Ελλήνων, που Φέρει και αυτό το όνοµα Κθαγείες, και είναι
αφιερωμένο στον Άγιο Δημήτριο,τη στιγµή εκείνη του χρόνου έχει τελειώσει η συλλογή
όλων των καρπών και έχει ολοκληρωθεί η οινοποίηση.
Οι τριάντα έξη ηµέρες που ακολουθούν ονομάζονται ο πρώτος χειμώνας. Ακολουθούν
εξήντα πέντε ηµέρες (1η Δεκεμβρίου έως 4 Φεβρουαρίου) του κυρίως χειμώνα, Κγςη-
Τςμίία. Οι υπόλοιπες 25 ηµέρες του Φεβρουαρίου ονομάζονται αιμαςΏικ-αἰ, ενώ οι 53
ηµέρες απὀ την 1η του Μαρτίου και µέχρι την ηµέρα του ΚαάΓεἰες (23 Απριλίου) λέγονται
ΜαΓί, και δεν περιλαμβάνονται σε καμιά απότις εποχές.
Αναφορές του 1894 για την Μαριούπολη και την Κριμαία
Ο Ευθύμιος Καράκαλος (1835-1934) ανέλαβε το 1894 αποστολή για τη διάδοση της
κορινθιακής σταφίδας στη Ρωσία. Στην επιστροφή του, το 1895, δημοσίευσε το ημερολόγιο
του ταξιδιού του (Αθήνα, ἐκδ. Ανέστη Κωνσταντινίδου) το οποίο περιέχει πολλές
πληροφορίες γιατον ελληνισμό της Ρωσίας.
Στις 27 Ιουλίου του 1894, ο Ε. Καράκαλος έφτασε στη Μαριούπολη της Αζοφικής. Εκεί
έµεινε στο ξενοδοχείο του Κομποθέκρα από την Κεφαλληνία (ομογενής πρώτης γενιάς).
Μας πληροφορεί ότι η Μαριούπολις κατοικείται από Γραικορώσους (25.000) , έλληνες
δηλαδή εκ καταγωγής οι οποίοι, όµως, εκτός από λίγες εξαιρέσεις, δεν γνωρίζουν την
ελληνική γλὠσσα και έχουν ρωσική υπηκοότητα. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και στα
24 χωριά της περιοχής. Ο τότε πρόξενος της Ελλάδος, Καραντζάϊεφ ήταν έλληνας δεύτερης
γενιάς που είχε προσθέσει ρωσική κατάληξη στο όνοµα του, όπως έκαναν και πολλοί από
τους ομογενείς µας.
Στο ημερολόγιο του Καράκαλου αναφέρονται οι έλληνες έµποροι της πόλης: Τομµάζος,
Βιτσαχτζής, Ψάλτης και Ασημάκης σημειώνοντας ότι, ήδη απὀ το 1799 και το 1810,
παραχωρήθηκαν µεγάλα προνόμια στους Έλληνες που έρχονταν να εγκατασταθούν στην
Κριμαία. Επισηµαίνει, επίσης, ότι και ο Μεγάλος Πέτρος, είχε εκδώσει ουκάζιο το 1710, µε
το οποίο προσδιόριζε τα προνόμια των Ελλήνων της Νίζνα της Μικράς Ρωσίας.
Ο Καράκαλος επισημαίνει την παρουσία Ελλήνων και στη γειτονική πόλη Βερδιάνσκα, όπου
έμεινε στο ξενοδοχείο «Οδησσός», το οποίο ήταν γνωστό ως «οτέλ Πάϊκος» απὀ το όνοµα
του πρὠτου ιδιοκτήτη, του Πάϊκου. Αναφέρει ότι υπήρχε και δεύτερο ξενοδοχείο που ανήκε
σε Έλληνα ονόματι Σάµιο. Η ελληνική παροικία της Βερδιάνσκα αποτελείτο κυρίως από
µυκονιάτες, κεφαλλονίτες, θηραίους και χίους. Μεταξύ των οποίων διακρίνονταν ο
Γεράσιμος Κούπας, ο οποίος µε τον ανεψιό του Οράτιο Κούπα, επρόκειτο να πάνε να
εγκατασταθουν στην Αθήνα, οι αδελφοί Κουρή, ο Ξάνθος, οι Αμπανόπουλοι, ο Παπουτζής,
ο Μεταξάς, ο Κουλουμπής, ο Χοϊδάς. Αναφέρει, επίσης, τον Λάζαρο Σπαντούτο, που
51
εθεωρείτο ότι ήταν από τις αρχαιότερες οικογένειες στην Κριμαία, από αυτές που
μετοίκησαν εκεί απὀ την εποχή της µεγάλης Αικατερίνης, καθώς και τον Ιάκωβο Στάµπα,
του οποίου η κόρη, Υπατία, ήταν δασκάλα στη σχολή Χιλλ των Αθηνών. Πρόξενος στη
Βερδιάνσκα ήταν ο γνωστός δημοσιογράφος {µετο Ψψευδ. Τίπιεςοι) Χρονόπουλος,. Για την
εισαγωγή σταφίδας ενδιαφέρθηκαν οι Κωνσταντίνος Ντεντελός απὀ την Υδρα καθώς και ο
καπνοπώλης Φώτιος Κωνσταντόπουλος, από τη Ζατούνα Γόρτυνος.
Φτάνοντας στο Κερτζ, στην είσοδο της Αζοφικής, αναφέρει ότι η πόλη ήταν άλλοτε ελληνική
όπως συνάγεται απὀ τον σωζόμενο ελληνικό ναό του αγίου Ιωάννη, ο οποίος είχε, κατά τις
πληροφορίες του, κτιστεί πριν 1200 χρόνια και είχε ακόµα στους τοίχους επιγραφές στην
ελληνική γλὠσσα. Την παρουσία Ελλήνων αναφέρει και ο Πάλλας, προσδιορίζοντας ότι
ασχολούντο µε την αλιεία και το εμπόριο των ψαριών.
«Η κυριότερη ασχολία των ελλήνων του Κέρτς είναι η αλιεία. Πιάνουν συνήθως τριακόσιες
ως τετρακόσιες χιλιάδες οκάδες ή 24 ως 30.000 ροοάς αλιεύµατα σε περίοδο ενός χρόνου.
Τα διάφανα ψάρια γθά Ώάβεκς ονομάζονται ΒαΙγΚί και οι κοιλιές των ψαριών αυτών, που
ονομάζονται Τοςῄβἱ, κόβονται σε λουρίδες και πασπαλίζονται µε λίγο νίτρο (5αἱρείτε) πριν
κρεμαστούν για να στεγνώσουν στον αέρα.(289) Παρ’ όλον ότι είναι δυσκολοχώνευτα είναι
περιζήτητα στην Ρωσία και στα νησιά της Ελλάδας όπου τρώγονται κατά την περίοδο των
νηστειών.»(Πάλλας, σ. 290). Το ίδιο σημειώνει και ο |. πειΙΠγ.
«Καγῖεη Το αρχαίο Παντικάπαιον, έχει 100 σπίτια κατοικείται απὀ Έλληνες ψαράδες,
υπάρχει µια πολύ παλιά ελληνική εκκλησία.» Το 1894 πρόξενος στο Κερτζ ήταν ο
Βλαστάρης απὀ την Κύθνο (ηλικίας τότε 70 ετών). Στο Κερτζ ζούσαν, σύµφωνα µε τον
Καράκαλο, περίπου 1.500 «γραικοί», οι περισσότεροι απὀ τους οποίους καταγόντουσαν
από τη Μικρά Ασία. Υπήρχαν και μερικοί κεφαλλονίτες, µε πιο γνωστούςτους Σβορώνο και
Κεφαλά. Σχεδόν όλοι οι εδωδιμοπώλαι ήταν ελληνικής καταγωγής, ομιλούσαν ελληνικά
«αλλ’ εισίν οθωμανοί το θρήσκευμα». Πρόκειται για ενδιαφέρουσα πληροφορία
παρουσίας ελληνοφώνων μουσουλμάνων οι οποίοι υποθέτουμε ὁότι ανήκαν σε
εξισλαµισθέντας Πόντιους, µερικοί από τους οποίους ζουν ακόµα στην Τουρκία.
Στην Κριμαία, τέλος, στη πόλη της Θεοδοσίας «και τα πέριξ» ο Καράκαλος µας λέει ότι ενώ
κατοικούνται κυρίως απὀ γραικούς, λίγοι απὀ αυτούς μιλούν ελληνικά. Προσδιορίζει ἐτσι
ότι η πλειοψηφία των 10.000 κάτοικοιτης Θεοδοσίας είναι όλοι «Γραικορώσοι», υπάρχουν
όµως και µερικοί Έλληνες όπως ο κεφαλλονίτης Σολωμός, ο Λάμψας, ο Λαγός, κ.λπ. (Πηγή
Βοβολίνης, Μέγα ελληνικόν θιογραφικόν λεξικὀν, βιογραφία του Ε. Καράκαλου, τόμος
Α490-501.)
Μια μµαριουπολίτικη παραλογή
Όλα τα σύγχρονα Μαριουπολίτικα δημοσιεύματα µας παραδίδουν µια δημώδη παραλογή
που αναφέρεται σε κάποια οθωμανική ναυτική αποστολή παιδομαζώματος που ήρθε στην
Ταυρίδα (Κριμαία) να συγκεντρώσει (να σωρεύσει) παιδιά να τα πάει στην Πόλη. Από το
θεματικό μπορούμε να υποθέσουμε ότι η παραλογή ανάγεται σε εποχή πριν να καταργηθεί
το παιδοµάζωµα (ἀενςΠἰγπ]θ).
Τε καῦθεσιτς, αρχονδε παιδεία
κι θιγλέζητε;
Δράκοντας ήρτεν ας του περιθόλι
κι σουρέθ πουλέτσα.
Δράκοντας εν Μπουγιούκ-Μπάεβῃις,
Ἄγρους μπουσουρµάνους.
Έεῃει του µέγα φίρµανο, µετο σφραϊ..
Προστάζει κι σουρέθει αρχόνδε πουλια.
52
Σαράντα πουλέτσα σορεψιν!
Τούτου του κακουσιν εκάµιν-ντου
Εκάμιν-ντου Ασσάν-Μηρζάς,
Τώρα επερίτ κι πουρπατά
να τα σώς σαράντα τιάλα.
Τα σαράντα εθγάλαν-ντα --
Πήγαν-ντα στο καράθι,
Για να τα πάγουν στην Πόλη,
Για νατς τουρκέθουν,
Σαράντα µανέτσες-μάνες
Κλαίγουν κι µουρλουγίζουν.
Κι στέέιµου δεν πέρουν.
Κλαίγουν κι τα πουλέτσα-του.
Κι αν-ντα τροµμάξέιν το καράθι,
Τράντα µάνες φουρκιχταν
κι δέκα µαεβαιριαχταν...
(Τι κάθεστε αρχοντόπαιδα και βιγλίζεε, δράκοντας ήρθεν στο περιβόλι και μαζεύει
πουλάκια. Δράκοντας στο Μπουγιούκ Μπάσις, άγριους μουσουλμάνους. Έχει του µεγάλο
Φιρμάνι µε σφραγίδα, προστάζει και συγκεντρώνει αρχοντόπουλα, σαράντα πουλάκια
μάζεψε. Τούτο το κακό έκαµε, έκαμε ο Ασσάν Μιρζάς. Τώρα χαίρεται και περπατά [....]
Τα σαράντα τα έβγαλαν, τα πήγαν στο καράβι, για να πάνε στην Πόλη να τα τουρκέψουν.
Σαράντα µανίτσες µάνες, κλαίνε και μοιρολογούν, και σταµατηµό δεν ἐχουν. Κλαίνε και τα
πουλάκια τους κι αν τα τροµάξουν το καράβι. Τριάντα µάνες Φουρκίστηκαν και δέκα
µαχαιρώθηκαν.)
Μαριουπολίτικα δίστιχα
Πα σι πιού κουσέ να σταθού
να πιράσεις να σι δου
να πιράσεις να σι δου
να σι δου να σι χαρού
Πήρα στο χέρι µ’καραντάς
να σιγράψ’ γω καὐμένα
η καρδιά σ’ µη πουνές
τά ήταν ξαζανεµένα
Σούκουμ’ πουρνό να Φουρές
αξτου κλαίου δε μπουρώ
με τ’΄πλατούκι µ’ταν άκρη σ’
σφουγγού µάτι μ’ τα δάκρυ σ’
Και τζικάρι μ’ ας νερό
νερό σας εν ας γυαλό
δε σαμµ’ παρτς σι µένα
έλαπετα µιτ’ καλό
Πλατουκιούτσιν μ’ σπούγκι ξα
σα παγ’ ασρίτ να τ’ τουνάξ’
Αγαπ’µένου µου κεν αδώὠ
ώσπου να έρτ, σα τ’ φιλάξ
Μάνα τ’ κιφάλι µ’πουνεί
βαλ πουντούξα γώ ας πες
Τιον να ουρεν, να µη μ’ δοξ
53
βαλ φουτιούγια, γω σ’ κάγου
[Πηγή:Φωτιάδης Κώστας, Ο ελληνισμός της Κριμαίας, Αθήνα, Ηρόδοτος, 1990, σ. 75.)
Πρέπει να προσθέσουµε εδὠ ότι είναι σηµαντικό το εκδοτικό έργο των ελληνόφωνων αλλά
και ταταρόφωνων ελλήνων της Μαριούπολης απὀ τότε που οι αρχές επέτρεψαν, και πάλι
την ελληνοφωνία. Τα λογοτεχνικά και ποιητικά έργα εκδίδονται µε κυριλλικούς χαρακτήρες.
Ενδεικτικά αναφέρουμε τα ακόλουθα έργα:
Ἄ Κυριακόβ Λεοντή, Τα παραμύδια των Ελλήνων της Αζοφικής.
Ἄ Κυριακόβ Λεοντή, Απ’ το µαρέα ως τα τρία γιαλούς. 1993
Ἄ Κυριακόβ Λεοντή, Κοσμουκού πηγάδ. 19984 (βλέπε εδώ στη συνέχεια)
Ἄ Κυριακόβ Λεοντή, Καλουσύν, τὀμ. 1-2, 1995.
Ἀ Σεβτσένκο και Κυριακόβ Λ., Πανίτς, ντου ήξερητη σεις -- (μετάφραση του Λ.Κυριάκοφ από
τον Τ. Σεβτσένκο.)
Ἀ Μποροτά Β., Χισμέτ.
Ἐ Μπαλτζί Α., Έλληνες της Αζοφικής.
Ἀ Μπαλτζί Α., Πικρό θερίκκοκο.
ὰ Ζάϊτσενκο Σ., Χοροί των Ελλήνων της Αζοφικής.
Ἀ Σόσκιν Σ., Μωρό αιωνιότητας.
Ἄ Γρηγόρη Μεότη Χρυσή µου Μαιώτιδα.
Ἀ Λασκό Ρ. και Κονόπ-Λασκό Β., Συλλογή των µεδοδολογικών επεξεργασιών των δασκάλων
της νεοελληνικής γλὠσσας (του συλλόγου των δασκάλων).
Ἀ Λασκό Ρ., Β.Κονόπ-Λασκό Β., Εγχειρίδιο της νεοελληνικής γλὠσσας για σπουδαστές.
ἃ Κουζµενκόβ Λ., Μετανάστευση των Ελλήνων της Κριμαίας στη Βόρεια Αζοφική το 1778 --
1779 (Αιτίες, αποτελέσµατα).
ἨΜάζουρ ιΙ.Γ., Δύσκολη επιστροφή στον εαυτό µου.
ἌΜάζουρ ι.Γ., Σχολεία του ζεμστθ στα ελληνικά χωριά της Αζοφικής.
Ἄ Προτσένκο Α., Χρόνια, παραστάσεις, τραγωδία.
ΚΟΕΜΥΚΥ Πιεαδυ (ΚΟΣΠΙΥΚΥ Ρἰᾳαα[)
Κοσμουκού Πηγάδ (1994)
Τραγοΐῖδα, πουγια πρατουν αναμεσα ας Ρουμεὶῖς Κι Όυρουμς ας του Πριαζοθγια
Τραγούδια που παίζονται μεταξύ των Ρουµέων και των Ουρούμων της (περιοχής) του
Πριαζόφ.
5οπο0ς ἰμαῖ αἴθ οπαείθα Ρεϊννεεη ἰμπο Ποιπιθεὶς απα ὕπγμπις οἱ ἴλο ΡΓθαζον τεθίοη.
Ρηἰπίθα ἵπ Ὠοποείςκ, «Ώοηθας», 1994 , ρρ. 132, ἱδρη 5-7740-0594-1, 1000 εοορίε».
Ιπἰγοαιείίοη ϐϱΥγ Ιθοπί ΚγΓακονς ΠΙΘΠΊΙΡΕΙΓ οἱ ἰπο ὑυπίοηῃ οἱ υκγαἰλπίαηι ΥΝΠΙΙΘΙς.
ΤγαηςεΓίθεα {π άΓΘΕΚ ΙθἰἴεΓς
(Παησ5οης ἄθε- ἨΠοιπιεῖς οἱ ἄθ ὖπιμπι ἄο ἰα ιόθίοη ἄθ µῥριέαζο]:
Ιπρεϊπιό ὰ Ὠοηοθίςκ (Ώοπηβας ὑκγαίπθ), 1994, 132 ϱρ., ἱσθη 95-7740-0594-1, 1000 εορίος.
Ιπἰγοαιείίοη ἄθ Ιεοπί ΚγΓαΚκονς ΠΊΘΠΙΡΙΟΘ αἄο |υπίοη υΚΓαἰπίθηηπο ἄθς ὀεγίναίῃς.
Τγαηςεγὶρίίοη ϱη εαΓαεϊδΓος ἄθ Ι’αἱρῃαθαί οἱος.
Εισαγωγή
Πνευματικο πλουσιγια Ρουμεῖς σου Πριαζοθγια
(0Ο πνευματικός πλούτος των Ρουµέων της (περιοχής) του Πριαζόφ.
ΤΠ «ρἰγ!τμα[ ννεα/{ῃ οἱ ἴμο βοιηιαί (σγθεΚς) ἱπ ΡγίαΖζον.
Ια Γίεῃεςςε «ρἰγ[ιμθ[[ο ἄες ποιηηθοί (αγεςς) αι Ργίαζον.)
54
Πριαζοβικοι Ρουμεοι δεν ειἰννει ατειτκ κοζµους τεινα εµονσαν τα αρζες-τειν. Αχ το ενος ας
του ενος περνουνει αχ δικα-μας παπς και πουπαπς αχιδαρκα κοζµουκου µισατετ] - µυφις,
λεγενδεις, τραγοῖδα, παραμυτ΄α, πουγια ινειτ΄αν Κκαµια γουργα, Κανα διγια σιλια πενδρικατο
χρονια απισου και στερα υφεραν-δα αν ατι δικαµας Ρουμεῖ ας του Κρειμ, α απατι, στερα
δικαµας Ρουμεῖ, 200 χρονια απισου ιφεραν-δα αδω ας του Πριαζοβγια.
Οι ειδικοί αχ το ελληνικο προβληµατικα, τµιλαγα ας τα µας, αἴτς και ας τµιν Γρετσια, αν του
µεγα του ισταχ υρεβουν να µατ’νει δικαµας τα κοζµουκου τραγοῖδα, παραμυτ΄’α, μπαλλαδς.
Ες τσαρα µονου να τ’αγµασκις, τριλαγα αἴτς Ρουμεῖ αχτου Πριαζοβγια µπασχαριπψαν, οχου
µονου να σαχινδραισνει, µα και να αρτα ισνει-πα ατο που πνευµικο πλουσιγιο, πας πουγιο
λετου σηµερινοτου βιβλιγιο, πουγιο εσιτ ας τα σερια-σας.
Αουτου του βιβλιγιοτες αβτορος. Ατο εν κολλεκτιβιστρικο. Βρετ’΄αν ατειτκκοσµους αναμεσα
ας Ρουμεῖς, ας τινα αλιαχ ακιρβο ατο του κοσµουκου καλουζωῖ, πουγιο κοσµους
ουστραΐβαν-δου πουλα-πουλα χρονια. Πες το βιβλιγιο τεν µονου κοσµυκου, λαικα
τραγοῖδα, µα εν τραγοῖδα πουγια εχνει και αβτορις. Και πρωτα αχτα όλα πεςτο βιβλιγιο εν
βαλειµενα τα τραγοῖδα Ντεµιαν Μπογαδιτσα (1850-1906), Λεοντιϊ Χοναχμπεῖ (1853-1918),
Γεωργιϊ Κοστοπραβ (1903-1937), Αντων Σαπουρµα (1911-1987), Λεοντιϊ Κυργιακοβ (1917).
Αν-τα τριµαζαμ αυτου του βιβλιγιο, γω ειχα βαχτ να πρατεξου πουλα Ρουµεκα χορους ας
του Πριαζοβγια, να λαχαρδεψου αν πολεις χοργιατς και η καρδιγια-μ αγρικσιν-δυο, τριλαγα
αν-δυο µεγα του ισταχ τακαµας Ρουμεῖ Φλαγουν αουτου του βιβλιγιο, πος να λες ας τα
βαρεγια Και µαυρα σταλινσκι τα χρονια χουπαραΐσαν πηραν αχ Ρουµεκα τα σερια εµ τα τα
ρουµεκα εφηµιριδις, εµμτα Ρουµεκα σκουλιγιατα καιτατ’εατρις.
Μονου ατωρα, ας τα πενδµι-εξ στερνα χρονια ηρσαν τα καλουσινια ας Ρουμεῖς και
µαγανεβουµ να υρισιµ ατο, του χασαμ. Αἴτς, ας του εκδοτρµικο «Ντονµπας» (προεδρος
Κραβτσενκο Μπ. Φ., πρωτος συντακτεις Ριµπινετς Β. Ρ.) ειδαν φως δεκαδες βιβλιγια, πυγια
τα εγραψαν τακαµας Ρουμεῖ- κουτεβουν του Καλο δουλιγια πουγιο αρχισεν ατ’ανατος
Γεωργιϊῖ Κοστοπραβς.
Γω νουνειζου, οτεις ας αουτου του βιβλιγιο, αἴτς και τµιλαγα ας τα αλα-πα τα βιβλιγια
πουγια ξεβανει εµµπρου, τα βριτ΄'ουν αναγνωστεις και να µπεν πες κατα ένα σπιτ αµα
χαρισµα, πουγιο χρασκιτ να του σαχινδραεβς πουλα-πουλα χρονια και να του αφινς ατµτς,
τοις τ΄α ζισνει αχτα µας στερα.
Λεοντιϊ Κιριακοβς: Το µελος η Ενωση τεις Συνγραφεις Ουκρανιγια
Μεταγραφή-Τγαηςενρίίοη: 1255, ντ, ΕΞ] οΓ!, ΡΙΞλ, ΤΟ τ’ 9Γ6, ΦΞφ οΓθ, ηΙΞ σοἵ χ
Περιεχόμενα (ΠΕΡΜΗΕΧΟΜΕΜΙΑ) - (οπῖεηίς -- ΤαβΙο ἄος Μαϊΐθγες
Λαϊκά τραγούδια (παµκα Ππιραεοὔδνα)
ΓοΙΚ 5οηᾳ, (Παησοης ρορι[αίγες.
Τραγούδια που έγραψαν παλιοί και σημερινοί Ρουμέοι ποιητές
(πιραθεοὸνα ΠΥΗ πια 9δραποαι ΙΜΘΙΡΗΘΙ Κι εµΜεριΗυΙ ϱργΜεῦ πιΠιυι)
5οηςς νυΓΙίεη ϐγ ρασί απα αοϊµα[ βοιηιεί ((ΓΘ8εΚ) ροοίς
(Παησοης όεγ[έες ρα: ἄθς ροδϊες Κοιπηθοίἱ α΄ Πἰθι οἱ α αμ[οιγα΄Πιί
Ἀ Χριστος ενατε! (παεκειιγ). Εγραψιν-δου Μιρα Χαραμπεδοτ.
Ἀ Καλανδα. Εγραψιν-δου Μιρα Χαραμπεδοτ.
Ἀ Τγιονουργιο χρουνγιατκου. Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
Ἐ Γαμμπριγιατκου τραπεζι τραγουδ. Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
Ἀ Αρφανο κουριτς. Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
Τα αδρεφΦγια-μου συνδροφγια-μου. Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
59
Ἀ Αρτσκι εφιρι... Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
Ἀ Ἠρταν ζαμανγια χιρλαΐμους. Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
ἈΜουρλογαμου. Εγραψιν-δου Εντουαρδ Χαντζινοβ.
Ἀ Κατουμ, κατουµ µπιζεβου. Εγραψιν-δου Εντουαρδ Χαντζινοβς.
Ἀ Ατος κι ατει. Εγραψιν-δου Α. Π. Τσουμπαροβς.
Ἐ Αρχουνδει Ίορκα του τραγουδ. Εγραψιν-δου Λ. Κυριακοβς.
ἜΤραγοδα συ λεβεντει-μου. Εγραψιν-δου Α. Π. Τζουµπαροβς.
ἈΤ'εληση. Εγραψιν-δου Εντουαρδ Χαντζινοβς.
Ἀ Ματατγια-μου. Εγραψιν-δου Εντουαρδ Χαντζινοβς.
Ἄ Μαχτανδτζαρς. Εγραψιν-δου Α. Α. Διαμαντοπουλος.
ἈΤερ µανουλις-πλουσους. Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
ἈΣεμπανιτς Βασγια του τραγουδ. Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
Ἀ Γιανατις δαῖι ας του νερο. Εγραψιν-δου Κασσανδρα Κοσταν.
Ἔρουμεκα ουδραμαϊΐδα. Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
Ἀ Κριµα τουν ἴο. Εγραψιν-δου Εντουαρδ Χαντζινοβς.
Ἔβερα. Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
Ἀ Γιαριµ-αβα, χασ-λαμα. Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
Ἠ Βαϊ, τουν αλγου-μ πουνει. Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς
ἜΖουρνα. Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
Ἀ Κατσαρανου Ιλγιους του τραγοδ. Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
3 Βαϊ, κουρτσειτς, κουρτσειτς. Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
Ἐ Δρανγα ἵορκα του τραγοδ. Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
Ἀ Δρακονδας σουρεβ πουλειτσα. Εγραψιν-δου Λεοντιϊ Κυριακοβς.
ἃ Βαρἰαπιαϊάα- Μπαγλαμαϊΐδα. Εγραψιν-δου Στεπανς Τεµιρ.
ἈΤοεγ οΡΙµ- Τερ-Ογλου. Εγραψιν-δου Στεπανς Τεµιρ.
Ἠ Οἰμάεη- Ολουντεν. Εγραψιν-δου Στεπανς Τεµιρ.
Ἄ Κοοῖᾶ Πᾶγᾶπι ε/ἰπάεη -- Κοτσει Χριρειμ εριντεµ. Εγραψιν-δου Στ. Τεµιρ.
Ἀ Αςἰς-ραΓίρ ἵμγκιςει -- Ασιμπ-γαριπ τουρκουσει. Εγραψιν-δου Στεπανς Τεµιρ.
Ἀ ΒΙΓ αρεαζηρ! γαΓαϊΐ|αγ -- Μπιρ αγτσατσνε! γιαραῖλαρ. Εγραψιν-δου Στ. Τεµιρ.
Ἀ φενηιεΚκἰἰάς 6πι ἄοκυγ-- Σεβµεκλιντε εµ δοκουζ. Εγραψιν-δου Στ. Τεµιρ.
Ἀ Ηειζθαἰα Τμγκμςσι -- Χριζµπαλα τουρκουσου. Εγραψιν-δου Στεπανς Τεμιρ.
ἈΕνα σαβατ βραδειµερ. Εγραψιν-δου Στεπανς Τεμιρ.
Ἀ ΒΒΓΑΡΙΠΙ «ΟΠΓΕΗ Ρα5ΡιΠ8- Μπαρδειµ τσοχραχ µπασεινα. Εγραψιν-δου Στεπανς Τεµιρ.
Ἄ ΜΙπαϊΙπι αε αἴριπιί εμιΠῖΡΙπ]- Μιντιµ ντε ατειµι τσριχτειµ. Εγραψιν-δου Στεπανς Τεµιρ.
Ἄ Οααπιίζ ἄα µς γο7 εἰ ΡαΓ- Ονταμιζ ντα ουτς γιοζ ελ µπαρ. Εγραψιν-δου Στεπανς Τεµιρ.
3 Ουντραμαϊδα | (Παζ νερο). Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
Ἠ Ουντραμαϊδα ΙΙ (Παστ πουϊ κουσε). Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
3 Ουντραμαϊῖδα ΙΙΙ (Οσα τωρα...). Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
ἨΟυντραμαϊδα ΙΝ (Εχουµ κορη). Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
ἨΟυντραμαϊδα Ν (Τρια χρονεις). Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
ἈΦοργιασαν µας αχτα Φτεινα. Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
ἜΝεκρουττραγοδ. Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
56
3 Βαϊ, κουρτσυιτς, κουρτσειτς. Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
Ἀ Αςυι ΠαϊϊτριΓ- Ασει χαϊτειρ. Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
Ἀ Ώ7εΓεῃ ἴαἱ, ἵμγι ταί- Ντζερεν ταῖ, τουρου ταῖ. Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
ἈΏγεγεῃ ἰαἱ[εγ, ἵογι ταί- Ντζερεν ταἴλεν, τορου ταϊ. Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
ἃ ὑσαἴἴριπι ααρειςἰπε- Ουτσαττειµ νταγειτσινε. Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
Ἀ Τιάογα εαἱπι- Τ'ιδορα εντιµ. Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
Ἀ Πρ ἱεὶρ- Ιιπ ιτσιπ. Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
Ἀ ζαἱ ΠοΓοζ- Τσαλ χοροζ. Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
ἃ σο]ααῖ Κοςσῖα-ἴ ἴγαροα- Σολντατ Κωστα-ττραγοδ. Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
Ἂρες πιεΓιεγάεη- Ντετς µελερντεν. Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
3 Αῃ, 5ριςαη- Αχ, Σµιτσαν. Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
Ἀ (αἱ ΠοΓοζ- Τσαλ χοροζ. Εγραψιν-δου Νικολαϊ Χοροσς.
Ουδραμαϊδα. Εγραψιν-δου Ριµµα Χαραμπεντοτ.
Ἀ Τραπεζει τραγοδ. Εγραψιν-δου Ριµµα Χαραμπεντοτ.
ἃ Καΐμενου τραγοδ. Εγραψιν-δου Ριµµα Χαραμπεντοτ.
Κατάλογος συγγραφέων --Ιἰςί ο) αμίῃοίς -- Ηἱς5ίο ααμίθι/ς
ἘΝτεµιαν Μπογαντιτσα (1850-1906).
Ἀ Λεοντιϊ Χοναχμπεῖ (1853-1918).
" Ζουρναντζι Φροσγια (1889-1970).
Ἀχριστοφορ Πανις (1885-1965).
Ἐ Γεωργιῖ Κοστοπραβ (1903-1937).
ἈΑντον Σαπουρµα (1911-1987).
Ἀ Λεοντιϊ Κυργιακοβ.
Ἀ Αμητριϊ Πανις.
Ἀ Βασιλιϊῖ Μπαχταροβ.
Ἀ Αμητριϊ Πενεζ.
Ἐ Φεντορ Σεµπανιτς.
Ἀ Λιουντµιλα Χανδελιδε!.
ἈΣεργκεϊῖ ΜπΕιΚκοβ.
Ἀ Νικολαϊ Χορος.
Ἄ Γρηγοριϊ Νταντσενκο (Μεοτις).
Χρυσή µου Μαιοτίδα (του Γρηγόρη Μεότη)
Στην πρωτότυπη κυριλλική γραφή και σε ελληνική μεταγραφή
3ον! ΜΥ «ΘΗ8 ΓΟ χᾶρν3, Ζωή µου σενα γω χαρίζ
Τος ακρα τοπς τα ΜΠ58, Τος ακρατοπςτα εἰδ[ία,
Παῃ ακεαΠΜς8 ΓΟ ΜρΗΑ3, Παλ ακσαπισα γω υριζ
Πατρµβνα Μ ΜΘΟΤΗΙΠΑ. Πατρίδα µ Μαιοτιδία.
Γο Πᾶς Τὰ ΒΠΑΤΗΝΙ ΙΑΧΠΔΓΥ Γω πας τα βλατιαµμ τσαχλαγου
Πτρικος ΠΗΙΠΑΡΜΗΚ ΧΠΗ Ρα, Δ]ικος γιαδλαρικ χλιαδία
Παµγ 1 «8Η ΤΡΒΓΥΠΕΥ, Παντού για σένα τραγουδἰου
57
ΠΏΡΙΚΟΜ ΜΜΚκρη ΘΛΠΒ8µ Ρα. Διικόμ µικρή Ελλάδα.
Τρις ναὈ πγρν ΜνΙς αΓαΠύΙἘ, Τ]ς ιντ] πουρι µις αγάπης
ΜΜ νρµοτοι ΚκαΜΝΙΑ2 Μη ηρηστ| καµιγια;
Χαρν ΑπαΜας απρεφνς-- Χάρη ανταµας αντρεφής
ΠτΌΡΙικΜΜας νΥκρᾶΗΜΑ. Διικήμας Ουκρανίγια
Γο οτει Τοεπο ΠΥΡΥ Η8 Κ8Η Γω ὀτἰ τ]ελς πουρου να καν
Ά τ ΠΏΟΚςΒΟΥ, ΠατρηΠ8, Για τ διοκσάσου, Πατρίδ[α,
Γο Χος Τᾶ 6ΘΗᾶ ΤΡ ΠΥΤΡΔΗ, Γω χοςτα σένα τ]α πουτίαν,
Χρνεν ΜΥ ΜΘοτημα! Χρυσή µου Μαιοτίδαι.
Ζωή µου σένα εγώ χαρίζω/ τους άκρα τόπους τα είδα/ Πάλι αξαπίσω εγὠ γυρίζω/ πατρίδα
µου Μαιοτίδα. [...]
Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού (2004)
Με χρονολογία 27/10/04 Το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού ανακοίνωσε στο Διαδίκτυο την
οργάνωση, µε την βοήθεια του Εθνογραφικούὐ Μουσείου της Κριμαίας, της έκθεσης
«Έλληνες της Κριμαίας 18ος-21ος αιώνας στην Οδησσό». Παραθέτουµε ενημερωτικά το
αγγλικό κείµενο της ανακοίνωσης.
“σιθεκς οἱ ἰῃθ (ΓίπΊεα: 1δίῃ ο..- θαΓΙγ 215ΐ 9.” Μα[οι οχΗἰβρΙίοη οη ἴμε Πἱςίουγ οἱ ΗειΙθηίςιη ἵῃ
ἰμθ 5οµίμεγη 6Γίππεα, Ηει]επίς Εοµπααίίοη Που (μ/ΜμΓθ ἱῃ Οἄεσσα
Οισᾳαπίςσεα ϱγ ἰμο Ηει]θπίο Εοιμπααϊίοη [οι (μ/ἴμγθ ἱπ εοορεΓαϊίοη νυΠῃ ἴμε Εἰμποσφγαρβίς
Μιςειπι οἱ 6Πίπιεα, ἰμο Ηἰςϊογίεαι απα Γοἰκίογθ οχΗἰρ[ίοη “ἄιθεΚς οἱ ἰῃμο (Γίπιεα: 1δίῃ ς..-
θα; 215ἱ εεηἰιηγ” ννΠ! ορεη αἲ ἰμο ΗΕ ΒΓαΠΕΠ ἱπ Οἄεςσ5α οη 27 Οεἰοῦεγ. ΤΗΘ οχΗΙθηίοη
ΠΊαΓΚς ἰμθ ομπππαϊίοη οἱ ΓοΙΚΙΟΓΘ ΓΘςθΘαΓΕΒ εοπαιυεῖεα ϐΥ ἰῃμθ ΗΕΕ θγαπεβ ἵπ 16 πιιπ[εἱρα[Π[ες
απα οοπηπιμηἠίος οἱ ἴμπο (Γπιθαπ Ροπἰησμία (2001, 2002, 2003) ἵπ εοἰιαβογαίίοη νν[ῃ
υκγαἰπίαη σοεἰεπιῆίς αηεπείῖθς απα εαιεαιίοπα! ἱπ5[ἑμίίοης.
ΕΟΓ ἴμθ [Γςί 11ππθ, απ αἰϊεπιρϊὶ ἶς Ρείπᾳ πἹαᾶςῬ ἰο «α{Ιγ ουί εοπιρΓθΠεηςίνθ, πιιµ[[-[αεθείεα απα
σμβσἰαητία[ ΓΘ5θαΓΕΗ ΟΙ ἴπθ ριγροςθ οΓΓθεοΓαίπα, ογσἰεπιαἰσίπα απα 5ἰμαγίπα ααΐα ρεγἰαἰπίπα
ἰο ἴμθ Πἱςίοιγ απα ϱνο]μίοη οἱ ἰμο σΓθεΚ ϱοἰθηπεηί ἵῃ σοµίῃεγη ὑΚγαίηπθ, ἱῃ αγθας ννμεΓθ ριΓΕΙΥ
σΓΘΕΚ οοπππιιηΗίες αἱςρίαγ α εμ/ἔμγαί ποιμ[αγ[έγ ἵπ ννΗΙςεΗ θἰμηίς ἐγαα[είοης γοππαϊη νθιγ ΠἹµεΠ
αίνο.
Πηγή: Ίδρυμα Ελληνικού Πολιτισμού
5δ
ΤΗ οχΗἰρηίοη οοἰπείᾶες ποῖ οηΙγ νν[ῃ ἰμο 1ΟἱΗ απηἰνθΓςσαιγ ο ἰμο Οἄθςσα ΡΓαΠΕΒ, θιμῖ αἰςο
ννΠΗ οἴμοι απηἰνε[ςαγίθς οοησἰαθΓθα σἰαπήίσαηί {ο ἰμο Πἱσίουγ οἱ {θες {η ἰμο Κγαίπο. Ιἳ ννας
225 γθαίς ασο νῃεη ἰποιςαπᾶς οἱ (Πηίίαης αεραγίθα [Τοπ ἰμο (Γἱπιθα, Ιθααΐπα 5ΠοΓί!γ
α[θγνναγαᾶς ἰο ἰμθ [οιπαίΐπα ο ἴμο οἴεγ οἱ ΜΙαΓγίμρο[ απα 5οπιθ 20 νἠίασφες ἵπ ἰμοθ ννἰαει αἴθα.
δἱχἰγ γθαΓς αρο, σίθεΚς αθαίῃ Ιθ[ί ἰῃμο ροπἱπσιία, ἰΠίς πιο αθαἰῃσί ἰΠαίγ νν, Ηοννενετ, ἄεερ[ῖθ
ἰῃμθ πΊαςς οχρι|σίοης, ἴμθ σΓθ6ο6Κ εοπιπιαΠίγ οἱ ἰμο 6πίπιθα ΠΙαΠαςθᾶα ἴο σμΓνίνοθ απα αννακεη.
ΤΗ αἶπῃ οἱ ἐπί οχΗἰθ[ίοη ἵς ἰο αοηιμαίπί νἱςίέοις ννΙΠ ἰῃμο Ηἰςίουγγ απα ει/έμγο ο ἰῃθ σΓθΘεΚς οί
ἰμοθ ροηἱησιία, ας ννε[! ας ἰΠμθδίγ εοπἰγἰθιίοη ἰο ἰμο αενεἰορπιεηἰ οἱ ἰπο εοµηίηγ΄’ς θεοποπηίς,
ου/ἔμγα[ απα ρο[Πίσαι Ιή9.
ΤΗ οχΗἰριίοη ἵς αἰνίαεα ἱπίο ίμγοο εβγοπο[οσίσαι[ «θείίοης: 1δίῃ ς. -- θαΓΙγ 19ίῃ ς., 19ίῃ 9. --
ΘαΓΙγ 20ἱῃ ο. απα 20ἱῃ «,. -- θαΓΙγ 215ί ο. ΤΗίς αἰνίσίοη [αεΙμαϊίες α ρΓγοςεηἰαἴίοη ο ἰμο Πίςίουγ
απα ομ/ίωγο οἱ ορεε[ίε αγουμρς οἱ οἰβηίο (ΓθεΚκς ννΠο ἱπῃαθί {πο (Γίπιθα (Ῥοηίίαης’
Τῃγαείαης’, ΄Μαγίμρο/Ἱαης’, οἵς.). Οη ἰῃθ θασίς οἱ ἰῃαίγ ογἱαίῃπ απα Πἰςίουγ, ἴῃ6 (σγθεΚς οἱ ἴῃε
«πίπιεα «αη 09 αἰνίαεα ἱπίο {ῃτοεῬ εαἰεοοΓίθς:
-ἴμο ἄεςοεπααπίς οἱ πιἰφγαηίς ἱπ ἴμο ρετίοα 1774-1914, ννῃθη Ιαίθθ ΠιΠἹΘΕΙς οἱ σΓθοεΚς [Γοπη
ἰῃμθ ΡΘΙορΡροηηθςθ, ἴμο Αθφθαῃ ἱδ[απᾶς, Μαοθαοπία, ΤῃΓαςθ απα ἴμθ θα5ίδΓη ργονίποθς οἱ ἰῃμο
ΟΙἴοπιαη Επιρίγθ 5οισΗί γο[ιςθ [γοηι ἰμο ΟἰίοπιἹαη γοΚθ απα ἰμο ορρογιμΠΙγ ἰο [νο ἱπ απ
οβσιεηςσίθιγ [γίεπα!γ θιί ἱπ [αεί ΠίΦΠΙγ ἱπἰγαοίαβιο επνἰγοηηπεηἰ.
-ἴῃθ ννανο οἱ Ροηίίαη (ΓθεΚς /γοηι ἴμθ εοασίἰα| γθοίοης Οἱ Ασία Μπο απα ἰῃο Βἰαοεκ 56α
(5πΊγΓΠα, (οησίαπ{ίπορἰθ, Τγεβίζοπα, ΕΓΖΙΓΗΠΙ, Κας, Βα/Τα, οἵς.) ἵπ ἴῃε ρεΓίοᾶ 1560-1920.
-ἴμθ Πιοσί Γθεθεηί ννανε- [οι 1992 οπιναΓᾶς- οἱ σίθεΚς Τοπ ἰμθ (αμµσασις, πιαἰπΙγ [Τοπ ἴμθ
αγεας οἱ Τεἰπίςκαγο (Τοίπί-(Καγο) απα Ἱσαίκα ((αἰκα), ννῃο «ρεακ α[μεγεπί αἰα[εοίς ({ου
ΘΧαΠΠΡΙΘ, ἰμοςο [Τοηη ἰῃθ αΓθα οἱ Τ5ἱπίςΚαγο αἲθ ΤιγΚίς «ρθαΚεΙς οἱ ἴμθ ὑγιπι αἰα[θοῖ, ννβί[θ με
ππἰσΓαηἰς ΓΓοπη ἰμθ αΓθα οἱ Τσαίκα ἱπε[μαο θοίῃ 5«ρεαΚείς οἱ ἰμο Ροπίίαη αἰα[θοί απα ΓΙΠΙ
«ρεακείς).
ΤΗ ΓθςθαΓΕΒ ῃας 5Ποινη ἰμαί αΓοιρς οἱ ἀγθεΚ πηἰφγαηἰς ἰο ἰῃθ 6Γίπιθαη Ρεπίηςσµία αἴθ µ5μαΙ!γ
οαἰθφο/Γίςθα οη ἰῃθ θασίς ο ἰῃείΓ ρίαεθ οἱ ογἱαίπ. ΝαπΊθς 5µεβ ας «ΤΠροιθἰοί”, «Μαϊςοικοείοϊ»,
«Απο]ογΙοί», «αγθεΚς οἱ Βα[ακίανα», «αγθοκς οἱ Υα[ία», «Ρἰπίοςοί» αἰφίποιμίση μεσο 9Γοιρς,
ποίῖ οΠΙγ ννΙῃ ΓθοαγΓα ἴο ογἱοίη θιυΐ αἰςο αἰα[εοί απα ει/ἔμγαί ραγϊομ[αγη]ες. Ο/ «ροεία! ἱπίεγεςσί --
θνεη ἴο ἰῃθ πιοςὶ 5εΓμριίοιΙς ΓθΘςΘαΓΕΜΕΙς οἱ άΓθΘΚ Γο[ΚίοΓο -- ἶς ἰμο Τῃγαείαη οοπιπιαΠ[έγ ἵπ ἰῃθ
αγθα οἱ Καγαΐςοι, ννῃοςθ ἰΓαα[ίοης γοηιαίη 5ἴΓοπο αεςσρ[ίθ ἰμθ πΊαςς οχρι[σίοης οἱ (ΓΙπιθαΠ
σγθεκς η 1944.
ΤΗ οχηἰβΗίοη ννας ργοενἰοιι5ἰγ Πεία αἲ ἰῃθ Εἰμποοίαρβίς ΜιςθιΠι οἱ 5ΙπΙΓεΓορο! ἱπ ἰῃθ 6Γπιθαη
οαρίία[ [Τοήι 23 5θρίεΠΙΡΕΙ ο 22 Οείοβει 2004. Α αεἰαίεα οχΗἰρ[ίοη εαἰαίοαιθ ννΠ[ θε
ανα(/αβΙο.
Επίλογος: Ρουµέοι και Ουρούµοι
Αναφερθήκαµε στην εισαγωγή στην ολιγωρία των, µετά το 1991, ελληνικών κυβερνήσεων
να πετύχουν την αναγνώριση των ελληνόφωνων Ρουµέων και των ταταρόφωνων
Ουρούμων ως «γηγενών» εθνοτήτων της Ουκρανίας. Οφείλουµε να προσθέσουµε ότι
ακόµα και οι διωγμοί τους οποίους υπέστησαν 70.000 Έλληνες της Κριμαίας πριν και µετά
από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο σπάνια αναφέρονται. Αντίθετα ιδιαίτερα έντονη είναι
η προβολή των Τάταρων της Κριμαίας, τόσο απὀ τουρκικά όσο και απὀ αμερικανικά
πνευματικά ιδρύματα, επίσης γίνονται ουσιαστικές πολιτικές προσπάθειες για την
εξασφάλιση των εθνοτικώντους δικαιωμάτων.
Επίσης, τόσο διεθνώς ὁσο και στην Ελλάδα, ελάχιστα γνωστή είναι η ύπαρξη ορθόδοξων
ταταρόφωνων πληθυσμών µε έντονη «ρωμαίικη» εθνοτική ταυτότητας. Ερευνόντας το
Διαδίκτυο διαπιστώσαμε ότι και εκεί λίγες είναι οι μαρτυρίες για τον Ελληνισμό της
Κριμαίας και της Μαριούπολης στις αγγλόφωνες, γαλλόφωνες, ιταλόφωνες και
59
ισπανόφωνες ιστοσελίδες. Όπως σπάνια αναφέρονται οι µαζικοί εκτοπισµοί των ελληνικής
καταγωγής πληθυσμών κατά την σταλινική περίοδο.
Για τον λόγο αυτό συγκεντγρώσαµε εδὠ µια σύντομη μαρτυρία απὀ την ιστοσελίδα
νΝννν.Οἱ8εἰ«5εᾶ-οΓΙΠἹΕ8.ΟΟΠΙ και ορισμένες βασικές αναφορές στις γλωσσολογικές μελέτες
του Δρ. Αλέξανδρου Γκαρκαβέτς γιατους Ουρούμµους.
Αναφορές στη σύγχρονη ιστορία της Κριμαίας
Τ8 20ἱΠῃ εεηἴιγ
«Τῃ6 15ί ΙΛογ]ά ναί ννας αἰςασίγοιις ἔο: ἴθ |αςί Τςαι ΝἰΚκοίαἰ ΙΙ. 6Γίπιθα απα ραγὶ οἵ ἰ)Κγαΐης
Ν6Γ6 ἴάΚθη ὈΥ ἄ6ΓΠΊ8Η ΤΟΓς65, ΔΠ Πθὰνγ Ιος5ς6ς οη ἴῃθ ΡαϊἴΙε[ῄε|ά, οοπιρίπθα ννΙζῃ Τοοαά απα
ΑΠηπιμηΙΙΟΠ «Πογίαρθες, ἀΘΠΙΟΓαΙΙΖ6ά ἴῃθ Βιιςσίᾶη ΑΓΠΙΥ ἴο ἴῃθ ροἰπῖ οἱ πιωίίηγ. ΤΏ9 Οεἴοροει
1917 Βενομιμῖίοη ννὰς ἂς ΠΙΙΕΠ ἃ ΓΘ6ςροης6 ἵο ἴῃθ ΝΝΓ ἂς ἴο ΡεηθΓα ςοοίαἱ οοπα[ίοης. (Ππιθ6ᾶ
γνὰς ἴῃς «εθΠθ οἱ Πθιεςο Πρηίίηςρ Ὠεϊννθεη Βο[ςΠενίκ ἔογεςς απα αηϊϊ-γονο]μϊίοπαιγ ΑΛΠΙῖα
Βιιςςίαη ςοἰαϊεις.
«ΙΠ 1921 (Γἴπιθα ννας θσἱαβ[ίσηθα ἂς 8η αμἴοποπιοις Βεριβ[ίς {οι ἵΠς (Γίπιθαη Ταΐαγς ννἰτπίη
ἴῃε Βιςςσίαη οονἰαοῖ ΕθαρΓγαῖθαά οοοἰαίἰσὶ Γαριβ[ῖο. Ηοννενεγ, ἴΠὶς αἰά ποῖ ργενεηπί ἰΠοΤαίαις
{Γοπι σιΠεγίηρ «ΘνθΓθΙγ αωγίηρ οἵα[ίη΄ς ρµ[ρες οἵ ἴπεα πἰπαϊθεη ἰΠίγίες. Αποΐηει ργοιρ ἴο
ςμ/[{6Γ νναὰς ἵῃς (ΓΘθίς, ΠΊΒΗΥ οἳ ννΏοπη |οσί ἴΠείγ Ταγπις αμγίηρ οοἱ[δοἰἰνὶςαἴίοη. ἄΓθ66Κ «εΠοοίς
Ν6Γ6 εἰοςθά ἆπα (αΓ6εί Ιογαϊμγο αθςίΓγογθα, ας ἴπ6γ ννεΓγς Ιαρειίεά ας οομηῖαΓ-ΓΘενο]μζΙοΠᾶΓΥ
Ρ6σεαυςθ οἱ ἰΠαίγ ἰΓγααϊίοη οἱ ἴγθς ϱηϊθιργίςςα, ἴῃηαίγ Ιίηκς ννΏ εαρίταιἰσι «Γθ6ς6, απα ἴαίγ
ἰπαεραπαεηπί οµ/{μγ6.
«ΤΠ6 2Πά ΝΜογία νΛαι Ὀγοιρῃϊ ἴπς γΘδῖμΓη ΟΕ (6ΘΓΠΊΙ8Η Τογσθς, ΝΝΠΙΕΠ εοπιρἰεῖαεΙγ οεειρἰθά ἴπα
ΓθριβΙἰο ἁα[ί6ί πο [αἱ οἳ 56εναςίοροι ἵπ 1942, απα Πθιἰα Ἱ ηῖϊΙ ἴπε «ργίπρ οἱ 1944. Ιη 1945
ΕΓΙϊςδη ΡΓίπια ΜΙπίςϊ6ι ΑΜΙηςίοι 6ΠιΓγεβίῃ, 5 Ργεςἰαεηῖ ΕΓαηΚΙΙΠ Ώ. Κοοςενε[ϊ αΠπά Βιςςσίαη
56ΟΓΘΙΑΓΥ-(6Π6ΘΓα| )ο5θ6ρῃ οἱα[ίΠ εΏοςθ ἴμε ΙΙνααία Ραἰᾶςθ ΠΘάΓ Υα]ΐα ας ἴηθ νεηι6 {ΟΓ ννηαϊ
Ρ6εαπ]θ ΚΠΟΝΝΗ ας ἴῃθ Υα[ία (οηίθΓεηςθ. Τη6 “Οἱρ ἴηγθα” ο/ῄοεἴίναΙγ ς«αἵ ἵῃςθ 5ἴαρε Το: ἴπθ οοἱα
ΥΓ γθαίς ΝννΠΙΟΠ Το]ἱοννθα, Ὀιϊ αἰςσο Ώθραη ἴῃθ ἄἰςοιςσίοης νΝΠΙΕῃ ἰθα ἴο ἴθ [ογηιαϊίοη οἵ ἴπΠα
ὑυπίτεαά Ναἴίοης.
«ΑΠ ἵπο Πα οἱ ἴΠς νναι (Γίπιθα |οσὶ ἵῖς σἴαϊμς ἃς αη αμίοποπιοις γορυωβίίς Ώθ6σαυμςθ ΟΓ
οοἰιαροΓαῖϊίοι ΡΥ σἱρηϊ[ιοαηϊ ΠιΠΊΏες οἱ (6Ππιθαη ΤαΐαΓς ννΙτῃ ἴπε οεειργίηρ ἄ6ΓΠΊάΗ ΤΟΓ065, ἃ5
ἃ Γαςυ|ῖ οἱ ἴπε ργοενἰοιις πιἰςϊγθαϊπιθεηϊ οἳ ΤαϊΐαΓς ΟΥ ἴπο δονἰὶαϊ Γθρἰπ]θ. |Π γδϊγ]ριίοη, ἵη «ρίῖε
οἳ με Γαοϊ ἴλαῖ 5οπιθ 50,000 ΤαΐαΓς ῃαα [ομρῃϊ οη αἰἱ [γοηῖς ἰη ἴπε δονἰεῖ αΓΠπιθά [ο:ζσ6ς, 5ἵ8[ἱΠ
οΓ {1 εἰαΙ!γ αΏοιἰἰςηθα ἴπε (ΓπιθαΠ ΤαϊαΓς ἃς 4 Παϊίοη, απά οΓραηίςθα ἴῃθ Π]ᾶςς ἀθρογίαϊίοη οἵ
ἴῃε θηϊ]γο ΤαΐαιΓ ροριἱαϊἴίοη -- 5οπἹθ 220,000 ρεορἰ -- ἵο (εηίγα| Ασία, αἰοπρ ννΙΠ 70,000
6ΓΙπιθαη (ἴθείςς. Ιἰ ννας ποῖ μη] 1956, ννπεη [55Η ΡΓεπιἰει ΝἰΚκίία Κηγµςεῃεν αθποιηεθα ἴπεα
Ταΐίαγ αερογϊαϊίοη ἵηπ Πὶς «ρθθςΏ αἰἴἴασκίηπρ οἴα[ίη΄ς Ι6Ρ8ΟΥ, ἴπαϊ ἴπθιες ννὰς ΔΗΠΥ ο[Πσοίαι
γδυορη[ίοη οἳ ἴῃθ ἴθγηρ]ς ννγοηρ ἄοπε ἴο ἴῃθ ΤαϊαΓ ρθορἰθ αΠα οἵἴῃεις. ΙΙ ἴοοκ μη]! ἴπε {αἱ οἵ
ἴηθ οονἰθὶ ΓΠπίοη ἱπ ἴπε 19905, {ο: ΤαϊαΓ [απη[[ΐες απαά πΊΘπΊβείς οἵ οἴπει ἀθρογίθα ργουρς ἵο
ϱθ αἰιονναα ἴο γαοῖμγη ἵο 6Γίπιθα η «ἱρηϊ[ιοαηϊ ΠΙΠΊΟΕΓς.
Βλέπε επίσης νννννν.ὈἰαςΚςεᾶ-ογίπιεα.οΟΠΙ-Πἰ5ἴοΓΥ
Οι Ουρούμοι και η γλὠσσα τους
υΒΙ)Μ στην ιστοσελίδα (αττρ: //Νννννν.εγὶςειςγεχ.ουςϱ/Νννννν1/ραΐει/ΙΡΝ- µια. ΠἰπιΙ)
Η γλὠσσα των Ουρούµων είναι µια τουρκική γλὠσσα που την μιλούν σε διάφορα µέρη της
Ουκρανίας οι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων αποίκων της Κριμαίας, συγγενεύει µε το
ιδίώµα των Ελλήνων της Τσάλκας και του Τέτρι ὖΤσκάρο στη Γεωργία:
Εηριϊση: ΓµΠ - Α Τιωγκίς Ιαηριᾶβρεθ «ΡροΚΘη ἶΠ 5ΘΝΘΓΑΙ αἴθας οἵ Ι)Κγαῖης ὈΥ ρτουρς οἵἳ
αεςεεηπαθηῖς οἱ ἴῃ απεἰεπὶ ἄΓ6θ6(Κ εοἰοηίσίς ἰη (Γίπιθα. Της αἰα[εοῖ ἰς εἰοςς ἵο ἵῃΠα Ιηβιαρς6
«ροΚεη ϐΡΥ ᾖἵπεο «α[θεκ νιΙάρεγς οἵἳ (αίκα αἃπα Τοαϊπ-(Κατο ἡἱἵπ Ἅ«αθοΓρἰα.
60
ΕΓαηςαίς: ΓΗΠ] -- µη ἰαίοπιθ Τμ[κο-ἴαϊαί ῥραγΙιό ἄαης εθγἰαίηθς Γόρίοης ας |’ΙκΓαίης ρα: |ες
αεεθεηάαηϊὶς αθς αποίθης «οἰοῃς ῥρίθες νθεηιις ἄθ |α (Γἱπιόθ. Ι6 ῥρ8ΓΙ6 «6 ΓΡΡΓΟΓΠΘ ἄμ αἰα[θεῖε
ας νἡιαρεοῖς ἄθ (αἰκα αἵ ἄθ Τοαϊγ-(ΚαΓο 6η («όέογρῖθ.
Βλέπε:
Οι Ουρούμοι στην περιφέρεια του Ντονιέσκ: Όγμπῃς ἵῃ ΠΒοπεῖςκ ΟΡ[αςἲ
Οι Ουρούμοι στην Κριμαία πριν απὀ το 1778: ΌΓιπις ἱῃ 6Γίπιθα Ρε{οΓθ 1778
Οι Ουρούμοι της Βόρειας Αζοφικής: Έλληνες που μιλούν µια τουρκική γλώσσα.
Νογίῃ ΑΖζονίαη [)ΓιΠ]ς -- ἄΓΘεΚς 5ρθ6αΚίηµ ΤιγΚκίς | βηριιᾶαρε
Ὀγ. Αἰεχαπαει («αΓΚκανεῖς, Αἰηιαϊγ, ΚαζαΚηςίαη Πἳῖρ: //ΝΝνννν.εηγίςἴιι5ΓΘΧ.ΟΓΡ/
Τῃ6 ὈΓιΠ]ς αΓ6 ἃ ΠαϊίοΠα| ΠἹΙΠοΓΙἳγ ο{ ΜδαἴϊΘγΓαπθαη αΠα (Γίπιθαῃ οΓἱβἰη, Γασἰαϊηρ ἰπ ΡἰοςΚ ἰῃ
ὑκγαίπα, ἵηπ 29 νίαρες οἵ Βοποεϊΐςκ οΡρἰαςὶ ννΠίεΠ Τπεγ Πάνε {ομπάσθα, ἵπ οπςθ ν]ιίαρε οἵ
ΖΡΟΓΟΖΠΘ οβΡ[αςῖ, ἵπ ΜαΓΙµροΙ οἵἵγ, 8Πα αἰσο ἵπ οἴπει ςαἰϊ]οπιεηῖς, ἱπείμαίπρ Ώοποεῖϊς]. ΤΠο
οΓεἰαἱ Παπηθ οἱ ἴμεςθ ρθοΡρΙ8 ἰς «Γ6είς.
ὑτιωπις ΠµΠΙΟ6Γ αοεοΓγαϊῖηρ ἴο ἴπο Ι8ΠΗΒΙΥ 12, 1989 Ι)55Β ροριἱαϊίοηπ οΘης5ις αρουῖ 45
ἴποιμςαπά. ΑεεοΓγαἰίπρ ἵο 5οεἰοἰορἰσα| οσἰπιαῖες ἵῖ ἰς αΌουῖ 60 ἰποιςαπα. ΤΠ ΓθΘᾶςοῃ Το: ἵῃε
ΟἰςοΓΘΓΑΠΕΥ ἰς ἴμαϊ ΠΊ8ΗΥ ΓΗΠὶς Πανθ |οσϊ ἴῃδίγ Παϊίοπα ἰάειϊιϊγ απα αἰγοαάγ εοησἰαάθι
ἴπεπηςείνες ἴο 06 Βιςςίαης ο: ἰ Κγαἰηίαης.
Τῃ6 Ιαηριαρθ οἱ ΌΓµΠ]ς ἰς εἰοςθ ἵο (ΓΙπιθΘαηΠ-ΤαϊαΓίςῃ, ΚαΓαἰΠιἰςΗ, ΑΓΠιΘΕΠΟ-ΟΥΡρεΠαα, σαραιυζἰςσῃ
Ἀπα ΤιΓΚίςη.
Οµπ Νογίῃ Αζονία ἵειγίῖοιγ Όγωήης [ἱνθ σἰπεςθ 1778. ΤΠΘΥ ννεΓθ πιονθά Π6Γθ {Γοπι (Γἱπιθα. πας
ἴπο ο/[{ἱεἰαἰ νεΓςἰοη, ἰςαγίπα Καϊπεγίης || γεἰοςαῖθά ἴΠεπι ΕΓοΠι (Γίπιθα Οη 5ο-ςεαί[ί6θα ἴγες ΙαΠ4, ἵη
οΓγα6ε/ ἵο ΓΘςε6ιΙ6 ἵπεπι {ΓΟΠΙ ἴπε ΤαΐαΓ γοΚα. 1η {αεῖ, σἶπες ἴ[πε (Ππιθαη (Πγίςίί8ις ({Πεςθ ΝΝεΓΕ
Εοπιαίἰος απά Όγμπῃς, Οἵ «ἴθθΚς, ΙΝΝΠΟ «ροκ (ΓθεΚ απά ΤιΓκίς ΓγοςρθεϊἰνθΙγ, Πα αἰςο
«θοιρίαης, Μοάανίαις ἆπα Αγηιεπίαης) εοµά εςἴβΏιίσῃ 8 Ιοσᾶἱ ΘΕΟΠΟΠΙΥ, ἴπε 6πΊρ{θςς «ουρβῃῖ
ἴο ννθαΚ6η ἴπς (Γίπιθαη ΚΠαπαΐϊθ, Γμίπθά ΡΥ νναί, αἱπιίηρ ἴο αΠηΠΕαΧ Π ἴο Βιςσία. Της 6Πιρίθςς’
{ανογῖῖε οοωπῖ (αγίσοιγ Ροϊεπικίη Παπάθα ἴο ἴπε (ΓίπιθαΠ ΚΠαῃΠ ἴσαγίηα'ς Ὀή6, ἴγδαϊίηρ ΠΙΠι
Κο α ναςςα|. ΑγοηΡΙςΠἾορ Ιρηαῖγ («οζαάίπον αἰςσο ροῖ Πὶς ΓΘναΓά, Ὠοαΐπρ ργαπῖθά ἴπεα
πιθἰγορο[ίαη αἰἱρη[ίγ οἱθ γθαί α[ἴθ6Γ Πθ ΓοπαάςΓθα ἰΠίς «αγνίοῬ ἴο ἵπα θπιρἰΓθ. ΤΠ6 σἰγαῖεθρίς
ορθΓαϊἰοη νΝοΓΚθαά ννθΙΙ, απα ἰηπ 1783 (6Γίπιθαη ΚΠαπαϊςε “νο]μπίαγγ” γἰεἰάθαά ἴο ἴπε Βιςσίαη
απιρίἰγθ. Βιΐ {οι 15 ἴπομςαπά (Πηγἰςίίαης, ονἰεῖθα ἔΓοιπι (Γίπιθα Ὀγ αεεαῖῖ, ἵπα γεςδῖ]επιεηῖ
ΡΓονθα {αἴα[. ΤΏς6 πιαἰογῖῖγ οἱ ἵπα ρθορἰε ἀἰθαά ἵπ ἴῃθ ννἰια «ἵερρο οἵ σἰαγναϊίομ, «οἱά απα
Ρ6ηΘΓαΙ Ι]ηθςςες.
Τῃοςς Βοπιαϊος αΠα Ι)ΓΠ]ς ΝΝΠΟ σι[νίνθα ονεηἰιαΙΙγ αἰαά ΓγθαςΏ ἴΠς ρΓγοπιίςθα ργοµμπάς απά
{ουπασα 22 «αἴτ]επιεηῖς, ἱπε[μαίπρ ΜαΓίµροἱ οἵγ. ΤΏ6 Αγπιεηίαης Τομπαάθά ᾖνε ν]]αρςς, ννΠἰε[ῃ
ἴοαάαγ ἆΓ6 ραγῖ οἱ ἴπθ6 οἶἵγ Βοςσῖον-οη-Ροπ. Της ἱπιπιίργαηῖς ροϊῖ 10 αεςςἰα[ίῃας (αρρΓοχ. 27,5
8ςΓες) οἱ 6ΓοιΙΠα {ΟΓ 6νθ6ιγ ΠἹαἰθ 8Ππά ννθγε οχεπιρίεα {Γοπι πἰ[ζαγγ αμίγ. Βυΐ ἴπθ ϱονεγηπιεηϊ
γνας ποῖ Ρροἱπρ ἴο ἴάΚκε «8Γ6 οἳ ἴΠαίγ «ρἰγιτμαἰ ηθθᾶς ἃς (ΠΓἰςίίαης. ΤΠ6 [)ΓιΠις απά Ποπιαϊῖος
Ν6γς ΤοΓθνει ααργίν6α οἳ ϱονεγηπιεπἰ ςωρροΓί {η ἴῃπο Πε|α οἱ δαμεσαῖϊίοη απα εὐ[ίµΓ6.
Ὀιωγίηρ ἴπο δονὶεῖ ἰ)Πίοη ΘΓ4 Αζονίαηπ ἴθεΚς -- ΙΓµΠὶς απά Βοπιαίος νν6Γς ποῖ γθοραγάθά
{ανοΓαΡΙγ απα νν6γς δοη[ἰσίθα ἵη ἴῃθ «αἴἵθροιγ οἱ {ογαείρη οηἱρίη αθ[θεῖίνε εἰτίζθης. Ιη ἴπε Ππονν
ἱπαερεπαεηί |)κγαίης ποϊΠίπς ἰς ἄοπε {οι ἹΠίς παϊίοπα| πιπογίῖϊγ οἰ[εγ. (δική µας
υπογράμμιση) Ηοννενει ΤπΠεγ αΓθ ποῖ [οΓαδίρησίς, ἴΠ6γ αΓ6 ἃρε-οἰα ἰπαίσεποιις πα Παϊϊνε
ΔὈογἱρίπαἰς οἱ ΤΠὶς οοµΠ!Γγ. Ιἴ ἰς ηθοθςς8ΗΥ ἵο Ππιθηϊίοη ἴμαϊ Αζονίαη Ι)ΓΗΠ]ς απά Βοπιαίΐος αΓ6
«ἰγαἰρηὶ ἀεςοεηααηϊς οἱ ἴποςς αποϊεπὶ ({ΓθθΚς, Νο Τομπάθά ἴΠι οἰίγ οἱ (Πείςοπες οη ἴῃεα
ργεςεηϊ 5ενασίορο[ ἴθγγίτοιγ ἵη 422 Β.6., Τηθοᾶοςσἰᾷ 4Πα ΚΘΓΕΠ -- Θν6Π Θ8ΓΙἱ6Γ, απα ἵπεη --
ΑἰωῤρΚα, ΑἰμςΠία, αιγζιῖ, Ενραϊογία, ΜαςςαΠάΓα, ΕΟΓΟ5, 5εναςῖοροι, 5ἱΠΙΙΘΓΟΡΟΙ, Υαἰΐα απά
οἴμει εἰϊίες οἵ 6Γίπ]ι6α.
61
Τῃ6 ὈΓΠ1 4η Βοπ]αίος ςΘἱ{-Πα8ΠΊ6ς Π8νθ ἃ ΟΟΠΊΠΙΟΠ οηἱρίη -- ΓΓΟΠΙ ἵΠθ ΠαπΠ]θ Οἱ ΒγΖζαΠΙΙµΠΙ ἃς
ἴῃθ Πθνν ΒΟΠΊ6 ἁΠα Εαςί-βοπιᾶαη θπιρἰγο οαρίία| ΒΟΠΙΙ-ΒΟΠΊ6. ΤΗίς πιθαίθναΙἰ Π8ΠΊ6 ννας
ΡΓ6ςθ/ναα ἰη ἴπα ΤιΓΚίς5η ϱεορΓαρῄῃἰσα| Π8ΠΊ6 ΒΙΠΙ ΕΙἰ -- ἴπς ΕµΓορθαΠ ραΓῖ οἱ ΤωΓΚΘΥ, [ἴθΓα|[γ
6 ΒΕΠ οοιΠΙΓΥ’, απά ἱπ ἴΠς ννὶάθερι(θαα Τιωγκίο Π8ΠΊ6Θ ΓοΓ (Γθαςθ -- ΌΓµπι. ΟΠρΙΠαΙΙΥ, ἴπα
{θε Π8ΠΊθ6 Βοπιαϊος πιθαπί ΄Ιηηαρίϊαηϊ οἳ Βοπιθ’.ΤίΠε Π8ΠΊ6 )ΓΙΠΙ ννὰς µ56ά ἰΠ ΤιΓγΚίς5η
ΝοΓγά εοπιρἰηαϊίοης Βαπῃ πηἰ]αῖῖ, ΄Παϊίοη οἱ Βοπιθ’- ἄΓθ6θΚ Ππαϊίοη, ΒΗΠΙ ΠαἰΚΙ, ΄ρθορἰθ οἱ Βοπιθε’
--ΓΘ6είς ϱθοΡρΙθ, ΙΝΠΙΕΠ ἰαδητίίγ ποῖ Βγζαηίΐπε «Γθθί ΟΠΙΥ, ριμϊΐ αἰἱ (Πηϊςίίαη ροριἱαϊίοη οἳ
ΤιΓΚΕΥ απα (Γίπιθα ἱπείμαίηπρ δἰανς, Βοπιαπίαης (Μο[άανίαης), Αιηιεηίαης, («8ραμζς, απά
θοιρἰ8ῃης. ΤΟΥ αἱ οἳ Αζονίαη Βοπιαίος απα [γωπις ἱπο[μαίηπρ τωγκίείζθα («ΘοΓρίᾶης αΠα
Μοιαανίαης ΠαΠ]θ ἴΠθηιςείνες {θες οχαοῖ]γ ἰη ἴῃθ 58ΙΠ1Θ ΙΝΑΥ.
Ὀιγίηρ ἴηαίγ 222 γθαίς ἰη ἃ Πθνν αΓ68, ἴῃΠθ [)Γωπις αἰά ποῖ Γοςθῖνθ ΔΠΥ ϱονεΓγηπιεηϊ 5ιαρρογί ΕΟΓ
αθενεἰορίπρ ἴῃΠθίγ παϊίοπα| ΙαΠπριβΡθ απα οἰμ[ίμΓθ. Βδϊννθεη 1929-1933 ἴῃο (Ππιθαη-ΤαΐαΓ
Ι8ηβιαΡθ, ἰησίθαά οἳ ἵῃθίγ παϊῖνθ ἴοηριθ, ννας ἰαιΙβῃϊ η |οσαἱ εΠοοίς. Βυμΐ «Πογῖ]γ ἴΠεγθα[ς,
ἰοσαί ἰπίε[ιεοῖιαίς ννεγο ἀθείΓγογεα (οχεουίεα). δίπεε ἴΠαϊ Τἶπιε ἴπε ῥργοσεςς οἱ ΌΓμπις
Ἀςςἰπηί]αἴίοη Ὀγ Βιςσίαη απά )ΚΓαἰπίαη ροριἱαἴίοης ννας αεοθ|εγαῖςθά.
Ιη |αΐς 19ἱΠ «θΠΤΙΓΥ ΌΓΠ]ς ἃς ἃ «ρθεῖβίς οἴηπος, ἰαίγ [οἰκ]ογς απαά ννηζῖθη πιοπιπιθηῖϊς ΝΝ6Γ6
ςἴμαίεα ϱγ Οἵἶο Βἰαιι, ναςΙΙγ αὐἱρογονίσμ, αΓοπἰπιαπαγῖς αανιγίι (Κποςαπον), Εθαᾶάοι ΚΠΓΙαΚΠΦΥ,
Πα ἰΠ πιἰά 20ἱΠ εθηίι!γ Ὀγ 5. Νίαζον. Τῃθ ςἰωαίθς ννθΓς οεζᾶσίἰοΠαΙ, απά ἴπ6γ ριβίἰσηθα
«ΘΝΘΓα ς5ΠΊαΙΙ ΓοἰΚίοΓθ ννοΓΚς 8Πα α Γθνν ρ8ρος οἱ πιεαϊίενα| πιαηιςεγἱρῖς ΟΠΙΥ.
Ειπασπιεηῖΐα| Γ6ςθαΓΕΠ οἱ ἴπθ Όγµπι ομ/ωγαἱ Πεγίίἁαρς Ὀδίοηρς ἴο Ὠγ. Αἰοχαπάςθ: («αΓκανεῖς,
ΝΝΠΟ ας σἰιμαίθα ἱΓΠι ργοβίθηης ογςιθηιαϊἰσα[Ιγ σἰπες 1973. Ας α γεσι[ῖ, α ΟἱΡ Όγωπη {ο[κίογς
οο6οῖίοη «αΠ16 ἴο Ιἱρηῖ ἰπ 1999, ριβΙίση6εα Ὀγ Ὠγ, Αἰοχαπας («αΓκανεῖς. Της ΒοοΚ “Αζονίαη
ὑτιπις” ἱπε]μαες ἃ Γαποααπιθηίἴα αγἲἰεἰα αροιυῖ ἴπΠθ ΌΓΠῃς, ἰΠείγ Πἰςἴουγ, ΙαΠριαΡ6, ΓοἰκίοΓθ απά
νι τζθη πιοπιωπηεηῖΐς, αρουῖ 900 «οηρς, 400 {αἰηγ-ῖαίες απά σἰογίθς, 5 ροεηης, 2 Ρἰαγς, 1200
ΡΓονε/Γῦς αΠαά ςαγίηρς ἰη 12 αἰα[εοῖς, ἂς ν6ΙΙ ας [Γαρπιθηϊΐς Τοπ ἵῃα {ουΓ «οδρείς. Τη
ριβ/ἰσβϊίοη Πας ορθηαα ἴο ἴῃςθ ννοΓγ]ά α ρθορἱθ ργενἰοιυςἰγ ποὶῖ ΚΠΟΝΝΗ Ὀγ ἀηγΏοαγ, ἃ ΡρθοΡρἰε
Γοςἱαἱηρ αἲ ἴῃθ ν6ιγ Πθαγί οἱ ΕµΓορθ.
Τῃ6 ΌΓιΠ] Ιαηρι8Ρ8, ΓΟΙΚΙΟΓΘ αΠα πιαπιςοηὶρῖίς Πας Ώ6εηῃ σἰμαάίθα ουῖ σἶποςῬ 1973 ας ἃ γασυ!ῖ οἵ
Ὀν. Αἰοχαπαςι (ααγκανεῖς’ Ιητα[ἱνς6, αἲ ηἱς ΟΝΝη 6Χρ6ῃς6, 8Πα ΤΓοπι 56Ρἴ6ΠΙΡΕΓ 2000, ΡΥγ Πιθαης
Οἱ α ποη-ρονθΓηπιθηΐαί, ποη-οοπηπιθΓείαἰ, ποηργοβϊ ο{ραηίἰςαϊἴίοη -- ἵπα (δηῖςι {οι ΕιΓασίαη
οἱμσίες “Ώεσῃί-ἱ Ογρεῃαα” οσιαβ|ἰςσηθα Ὀγ Ώγ. Αἰεχαπας: (αΓΚκανεῖς.
Ηίς ννοΓΚκ αἰπῃις ἴο Γονῖνε, ῥρΓ65ς6/ν6 ἁΠα αθενειορ ἴῃς Ιαηρμαᾶρθ ἁαπΠα ομ[ίμΓεο οἱ α ΠΙΠΙΘΓΙςαΙΙΥ
ςΠηαΙΙ Τιωγκίς Ιαηριᾶρε «ρθαΚκίηρ (ΠΓὶςΙί8η ΠἹἰπογίϊγ (αρομῖ 60 ἵποιιςαπα), γασἰαἰπρ πιαἰπΙγ ἰπ
ΓΗΓαΙ Ιοςα|[ες αηπα ποῖ Πανίηρ δαιςαἴίοη ἱΠ νθγπασμ|αΓ. Ρἰςϊγρυωϊίοη οἱ ρωβιἰςσῃθά ννοΓΚκς ἱΠ ἴῃμα
ἂἴ6α ἱπηαρίϊθα ὉὈγ Όγμπης ννί{ ρο ἰηςίγαπιεηία ἰΠ ςἱπιμ]αϊίηρ ἴῃΠαίγ ασρἰγαϊίοης ἵο ἄενείορ ἃ
Παϊίοηα| οµ/ζμγθ απα θαιμσαῖίοη, ΙΝΠΙΕΠ ἶς αἱΓ8αάγ Πποϊἰοθαρἰε ἵπ ἰπαίγ γθαοῖίοη ἵο ἴπα ρηηῖθα
εοἰἱεοίίοη οἱ ἴπε [γπῃ {οἰκίογς ννΙη α Γαπααπιεηία| 6558Υγ {η ἰ) Κγαἰηίαη (ΑΙδχαπαεΓ σαΓκανεῖς.
Αζονίαη Ι)ΓΠ]ς.- ΑἰΠΙα!γ: ἱΚγαἰπίαη (ω/ίμΓθ (εηίς, 1999.- 624 ϱρρ.).
Οη οἱ Παπά, ἴπθ ννοΓΚκς ἆΓ6 ἱηπῖθπασθα {ου ΌΓπΠῃς -- ἴῃς ἱπαίσεποιις Ππαϊίοια[| ΠἰποΓίϊγ, ννΠἰς
ηθθᾶς ἰπίθγηαῖίοπαί 5«ωρροΓγῖ. ΟΠ ἵπο οἴπει ἨΠαπάᾶ, ἴπο ριωβ]ἰσαϊτίοη οἳ Όγμπι ΤοκίοΓς,
πιαηιςοηὶρῖς απά αἰςε[ίοπαιγ οη Ιπιαγηαῖ απα οη (Ρ΄ς ννίΙ ορεη ργθαῖ ροσςσἱρἰ[]τίας {ο 5οΠο(|αίΓ5
-Τωγοο]ορὶςσίς απα Πε|ἱεηίὶσίς -- ἵο 5ἴμαγ ἴπε οι[{μΓαἱ Πεγίίαρς οἱ ΤΠίς ςΠ]α(Ι ΕµΓορθαη ρθορἰε
ρΓγενἰοιςἰΙγ ποῖ ΚΠοννη ο ἀηγΡΟοαγ.
Της ννοΓγΚ ἄοπθ 5ο [8: (Γ6εοΓάς αεεοαίηρ, ἴεχὶς ϊγρίηβ, ΡοοΚ αθσίρη πιακίηρ αηα ργἰηϊίηρ οἱ 8
ςΠηαΙ| ἴγίαί ρωβ[ἱεαϊίοι) αἰαά ποῖ γεαμίΓε «ἰση[οαηϊ Ππαηείαἰ Γ6ςοι/εεθς απαά ρον/6Γγ{ι! τεεΠηίσαι
[αςοἱ[εί6ς. Βυμΐ ἴοααγ Ἡ ἰς Πθεςςς8ΓΥ ἴο δἰθοῖγοηϊσαιΙγ ργοςθςς ἃ αἱρηί[ῃεαηϊ ΠΙΠΊΙΡ6Γ Ο{ 5οηρς αΠα
Π]υσίς ἴαρθ-ΓθεοΓαίηρς αΠα ἴο ἀΓΓ8ηΡ6Θ ἴθχίμα[ πιαϊθΓίαἰς οἱ ἵπα 12 ἱγµπι αἰα[εεῖες ἱπῖο 4η
θἰαοίγοπίο αἰοίοΠβ{γΥ. ΓΟο: ΤΠίς ἴγρε οἵ ννογΚκ νο πθθά ἴπε Πθιννεςσί ΠαΓάνναΓς αΠπά 5ο/[νναΓθ.
Βοασίάςθς, ἴῃαθ Ππαπείπρ οἳ ἴΠίὶς Γ6ςθαΓεΏ α[Πογί ἵπγοιρῃη ΠαϊίοΠαἱ ΡΓΟΡΓΑΠΙΠΙΕς ἶς αἰ[ίου[τ,
Ρ6σαυςθ ἴΠἰς Παϊίοηα| ΠΙἰποΓΙϊγ Γβσἱάςς ομωϊσίάθ οἱ ΚαζαΚηςίαη -- ἵπ ἱΚΓαίης6, απα ἴπε «ρθςἰα[ἰσις
62
αοη”ἳ [ἱνε ἴη κγαίπε, Ριΐ ἵηπ ΚαζαΚηςίαη; ἵῃθ ΌΓπης, εα[{ἱηρ ἴπεπιςείνες «ΓθθΚς, ἄοπ «ρθαΚ
σΓθ6θΚ, ἴπΠθγ «ρθακ α Τωγκίς Ιαηριᾶβρθ, αΠα 1Π6γ αιθ ποῖ ἈΜοσδίθπις, θιϊ (Πηγϊςίίαης.
Νενεγίῃείεςς, ἴπε ννοίΚκ πιωςὶ 06 ρµίςµθ6ά οη 8η αεςθ|εΓγαῖθα Ὀασίς, Ρθ6ε8υςθ ἴπθ ΌΓµΠς, ποῖ
Γδυθἰνίηρ Δηγ 5ιρρογί {Τοπ ἴῃθ ρονεΓγηπιεηϊ ο: ἱηίθιγπαϊίοπαί οΓ{ραηϊςαἴίοης, αἴ6 |ἰΚ6]γ ἴο ἰο56
ἴΠείγ |αηριΙ8Ρρ6, ἱποιΓγίπρ γιςςϊβςαϊίοη απα μΚΓαἱηἰςαϊίοη.
Τῃ6 υπίαμθ «οηΏβς απ πιωσίἰς Γ6οοΓςς, «οἱθεῖθα σἰπεθ 1973, αια Κερί αἰἱ ἴπ6 ἴἶπιθ οη αοπιεσῖἰς
Πιαρίαρες αΠπα εοπιραςῖ-σαᾶςςθίῖϊες. 0ΓµΠις ἵμαπιςθίνες ο ποῖ ΓΘΠΙΘΙΙΡΕΙ ἴΠθ ΠΙΙΟΓΙἲγ οἱ ἴῃεςεα
«ΟΏβς 8Πα Πιισὶς ΝΜΟΓίς. ΤΗΘΓΘΙΟΓ6, ἵη νίθνν οἳ ἴμε ἱηπενίίαρ|ς ἄαηιαρο οἵἳ ἀρθἰηρ πιαρίαρες, ἴμεα
ἰοςς οοµ[α ἵωμγη ομῖ ἵο 06 ρεγπιαπεῃηϊ.
Μαΐηπ ςεἰεηίμίς βοοµκς οἱ Ὀγ. Αἰοχαπάει σαγκανείῖς οη 1ἰΠίς πιαϊίθγ:
-(«οηνείφεηεθῬ ΟΓ ΑΓΠΙΘΠΟ-ΌγΡρεῃαα Ιαποιµασθ ἰο δἱανοπίς ἵπ 16-17 εεηἰιγίθς. Κγίν: ΝαιΚκονα
Ώιµπικα, 1979.-100 ϱρρ. (ἵη Βιςσί8η).
-Καπιεηοίς (Πγοηίς[θ. ΤΓ8ηςΙ8ἴίοη ΓΓΟΠΙ ΑΓΠΙΕΠΟ-ΩΥΡΕΠαα ἴο Βιςσίαη, εοπιπιεηϊαΓίςες. (1Η: Τη6
Οἴοπιαη απιρἰγε ἰη ἵπε Εγςί αωαγίεΓ οἱ ἴπε 17ἱΠ εεηϊιιγ.) Μοςεονν: ΝαιΙΚα,1984.- 52 ϱρρ. (ἰη
Βιιςςίαη).
-ΤΗθ6 Βενειορηπεηί οἱ ἰῃθ ναι ἵπ Τωγκίς Ιαποµαςοες ἱπ ὑΚγαίηπθ.- Μοσεονν: ΙΝΙΟΝ,1986.- 192
ϱρ. (η ἱ Κγαἰηίαη).
--Ώγρεβαα Ιαποµαφες: (οπιαπίαη απα ΑΓΠΊΕΠΟ-ΩΥΡΕΠαΩ. ΑΙΠΙΔ-Αἴα: οοἱθηςθ, 1987.- 223 ρρ.
(η Βιιςςἰαμ).
--Τωγκίς Ιαποµασθς ἱπ υΚγαίπο. Κγίν: ΝαμΚονα ΏµΠΊΚΕ, 1988.- 176 ϱρρ. (η Βιςσίαιη).
--ΑΓΠΊΘΠΟ-ΟΩΥΡΕΠαΠ ππαπιςεηρἰς ἵπ ὑκιαίπθ, ΑιΓπιεηπία, Πιδσδία: «(αἰαίοοιμθ. Κγίν:
ὑ(κγαϊηοζηανςίνο, 1993.- 328 ϱρρ. (ἰη ἱ)ΚΓαἰηίαη).
--Αζονίαη ΌΓµΠΙς: Ηἰςίουγ, Ιαποιαθθ, [αἰγγ-ἰαἰθς, 5οηᾳ5, ΓἱᾶαΙθς, ϱΓονεΓΡς, ννγϊίεη πιοπιαΠπεηίς.
ΑἰΠΊ8-Αἴα: κγαἰπίαη (μἱίωγς 6εηίΓε, 1999.- 624 ϱρ. (ΤΠ6 ςεἰεητί{ο αιτίεἰε ἰΠ ἰ)Κγαἰπίαη, ἴπε
ἴθχῖς ἱη ἱ)Γπ]).
--ΓυΠ1 αἰοίίοπαιγ. ΑΙΠΊ-Αἴα: Βαυ, 2000.- 632 ϱρ. (υγιπι-.)Κγαἰηϊαη).
63
Χειρόγραφα
Παραθέτουµε δύο χειρόγραφα κείµενα που εκθέτει στο διαδίκτυο ο Δρ. Αλέξανδρος
Γκαρκαβέτς, διευθυντής του Κέντρου Ευρασιατικών Σπουδών Βεςῃί ΩΥρ5ςεΠα της Άλμα Άτου
(ΑΙπια!ϊγ), πρωτεύουσας του Καζακστάν και περιλαμβάνουν µε ελληνική γραφή το «Πάτερ
Ημών» και χαιρετισμό στην Παναγία, µε την ελπίδα ότι θα εισακουστεί η ἐκκλησή του να
διασωθεί η πολιτισμική παράδοση των Ουρούμων.
Πάτερ Ημών
Λαπνν όν Ποπ ο
ο ο 7προν 15
με ν «2ηόσονσήν, μοι
ον ήν ςήσν, γεργι
πρ μκωρναννη Ύε πνρ-
Ἅπσστσε, ὅν 0 ῥηπόνν-
δέδο πτοΆἍτ-τός ὃησπνν,
νπνῤτλγίκ ονμς ττ-
ρύσὼ μα Ἡτο γι -ᾱ η
«γω ὃν δέρ. πι θήμ-π ορ--
"τόσο την ςὴ ὃν σέ ψετ
στι πετ ὃτ πιορίτο ὀ 0.
νο ρηρ ή ο ἑπέρνν. 6
πα ορερ. εόα ἐτ λτδονδς τη
ρο-χ ας λ ο-γων πι δερή
77 ο-µκ-ο.ν εὖστ γη τον δουν σο.--
ππσι οι} το.
Χαίρε Μαρία
ζς ) -
[γω ολα 0) ος πτρῃ
/
.
110, ῤῳ Ὃ ο, ἴν
)αμ δ1ύν ['0ῤαπὰν ως,
μι, εν ποτ ἆπγο
| 72ηλορην δῤλπνδα μαμε
όρη, ἐν αργή] μη;
ῥ η Ρημπορικ πώ, δρ ι
δω νδβημη ην 7 ταλητ»
1Γηνη ιό τν, |
'
ποχρο. πολά σαν [νὰ
Πηγή: Χειρόγραφο γραμμένο απότον 5ἵθρα8η Εθαογονίσμ Ρορον, 19-20ος αιώνας, χωριό Καράν
(αγαηἴης) περιοχή Τδπιαπον επαρχεία του Γοποείϊςκ (Ουκρανία).
64
Πηγές και παραπομπές:
Σ Πρ: //ννννν.εηγὶςτιςΓΘΧ.οΓΡ/ΝΝνν1/ραΐ6γ/ςσοιΓγοθ/ΓΠ]ς. ΩΙ
ἃ. ᾳαΓρανείΖζ ΑΙεχ8ΠάΕΙΓ, Ὠγ. Αζονίαη [γμπις: Ηἰςίοιγ, ΙβηΡιι8ρθ, [αἰγγ-ἴαιες, 5οηρς, Γἰαα[ες,
ΡΓονεΓῦς, ννγτῖεη πιοπιηιεηῖΐς.ΑΙΠΊ8-Αία: ἰ)Κγαἰπίαπ (ως (εηίτθ, 1999.- 624 σελ.. (Το
επιστημονικό άρθρο είναι γραμμένο στα ουκρανικά και τα εθνογραφικά κείµενα στα
Ουρούμ.)
ἃ Ξαγκανεῖς Αἰεχαπάεγ, ΏΓ. ΝογίΏ ΑΖζονίαη [ΓΠις -- ἄΓΘεΚς ορεαΚκίηρ ΤιΓΚίς [8ηρβιᾶρε, Άλμα
Άτου, Καζακστάν (ΑΙπιαίγ, ΚαζαΚηςίαη) βλέπε εδώ παραπάνω: Ε-ηιαί!
ἀθεςῃῖ ἶ αγρεβαα(ῶΠοϊπια[].οοπῃ και αγρε[αα(ῶιςα.πεῖ
Ἐ Ανάκτηση: Πλήρες λεξικό της διαλέκτου των Ουρούμων
ἈῬοννη[οαά: Ει/ | οχίσοη οἱ Όγιπις’ ἀἰα[θοί
Ἄ Επίσης Λεξικό της Ουρούμ (Ουνέσκο)
Ωτῖρ://Ννννν.µηεςςο.|ΚΖ Ώαα/Ώγμιη ΠἱοϊΙοη8{Υ.ΠΙΠπι
Ἀ Ιστοσελίδα στη Δανία: νννννν.ο|εςῖίρ.αἰΚ/ΓιςΙαΙΠά-Ι1Γ ΙΙ
( 1994 Νικόλας Βερνίκος-- Σοφία Δασκαλοπούλου
65
ΑΕΟΗΙΝΕ ΤΙΒΘΝ 2654-2366 ΕΒΕ/ΝΙ4Η